Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2010

Ο δρόμος με τις πόρνες

Γράφει ο ΘΩΜΑΣ ΔΡΙΚΟΣ

Σκοτεινός δρόμος. Δεξιά και αριστερά, μικρά λαδοφάναρα πάνω από ξύλινες πόρτες.
Μέσα στο σκοτάδι φωνές πνιχτές από νέους ανθρώπους, γυναίκες και άνδρες.
Κραυγές ηδονής, βογκητά, ερωτικοί σπασμοί.
Μαχαιριές που κόβουν κατάστηθα το νυχτερινό αέρα, ουλές σε πρόσωπα από σημάδια αρρώστιας, μέσα και έξω.
Η επίγνωση των ανεπίστρεπτα ματαιωμένων πραγμάτων βαραίνει αβάσταχτα πάνω στις σκιές που εδώ και καιρό είναι οι μόνοι ένοικοι σε αυτό το δρόμο.
Κανείς άλλος δεν περνάει πια από εδώ.
Τα ταβάνια των σπιτιών βουλισμένα και μέσα στα ξέσκεπα δωμάτια, δίπλα στα ζεστά κρεβάτια του ερωτικού παροξυσμού, ανθισμένες αμυγδαλιές και συκιές με ολόγλυκους καρπούς δένουν τις κορφές των κλαδιών τους με όσα δοκάρια κρέμονται ακόμη στις οροφές.
Πέρασε ποτέ κανείς από εδώ;
Τα μάρμαρα ήρθαν από την Πάρο και την Τήνο, τα χοντρά ξύλα, τα βουβά από τη Σκόπελο, τη Σάμο και τον Αίνο, τα σκουρέτα για τα ταβάνια και τα δάπεδα από την Τεργέστη, τα υφάσματα και οι στόφες από τη Βενετία και τη Μαρσίλια, οι καθρέφτες από το Παρίσι.
Οι αστυνόμοι ήταν από την Ύδρα και τη Μάνη, οι αγαπητικοί και νταβατζήδες γεννημένοι στην Ερμούπολη με αίμα κοχλασμένο, οι χωροφύλακες από τα βλαχοχώρια και οι πελάτες ναυτικοί ταξιδεμένοι, φουντωμένοι, γεμάτοι τατού, από Λίβερπουλ, Γαλλία, Σέριφο, Κεφαλλονιά, Φιούμε, Χειμμάρα, Κάσο, Μάλτα, Αμβούργο, Σβεκία, Τούνεζη, Σκωτία, Σικελία, Ουγγαρία, Μιλάνο, Γένοβα, Πολωνία, Κρήτη, Χίο, Νάξο, Κωνσταντινούπολη.
Οι γιατροί σπουδαγμένοι στα Παρίσια και τα Λονδίνα και τα φάρμακα από υδράργυρο και άλλα ματζούνια καμωμένα επί τόπου με υλικά που έφερνε η θάλασσα.
Οι γυναίκες ήταν και λες και φύτρωναν από τη γη ή από τη θάλασσα. Ήταν, λένε, σαν μάγισσες. Όποιον κοίταγαν τον τυφλώναν. Όποιον φιλούσαν τον έκαιγαν. Όποιον έπαιρναν στο κρεβάτι, τον σάλευαν στα λογικά του.
Λένε πως όλες οι πόρνες του κόσμου ήταν φτωχά κορίτσια, από σπίτια χωρίς προστάτη, που δεν έφτανε το ψωμί για όλους. Λένε πως έτσι έπαιρναν το δρόμο για τα πορνοστάσια. Με τη φτώχια για βουκέντρα τις έβγαζαν οι αγαπητικοί στο κλαρί, τις σπίτωναν μετά οι νταβατζήδες.
Αυτά όμως τα λένε όσοι δεν ξέρουν. Άτυχοι και περαστικοί, βίαιοι άνθρωποι, ψεύτες, ζηλιάρηδες.
Η αλήθεια όμως είναι άλλη. Φανερή αλήθεια, φως φανάρι.
Οι γυναίκες αυτές ήταν πλάσματα από άλλο κόσμο. Διαβολικά πλάσματα, ντυμένα μέσα στη φτώχεια για να ξεγελούν και να περιπαίζουν. Μισές άνθρωποι, μισές ψάρια, με ξέπλεκα μαλλιά, γυμνά στήθη. Με μάτια που πέταγαν φωτιές και χείλη από μέλι.
Κάποτε σε μια μεγάλη φασαρία για τα όμορφα μάτια μιας Σμυρνιάς, σφάχτηκαν τέσσερις νέοι άνδρες και η καημένη η νέα γυναίκα. Μια άλλη φορά τρεις αστυνόμοι βρέθηκαν σφαγμένοι σαν κοκόρια και μια άλλη ένας νέος λοχίας κάρφωσε ένα ξίφος ανάμεσα στα στήθη μιας πανέμορφης μελαχροινής καλλονής από τη Θεσσαλονίκη. Η Όλγα από την Αθήνα, πυροβολήθηκε στο κεφάλι από τον παρατημένο αγαπητικό της. Αυτός κρεμάστηκε σε μια φυλακή στη Χαλκίδα, τρείς μήνες μετά.
Αφιόνια, άσπρες σκόνες, χασίσια, όπια, κόκες και αγριόριζες. Μεθύσια άγρια στα πιο βαθιά σκοτάδια. Μέσα σʼ αυτή την παραφορά άνθρωποι αγριεμένοι, ερεθισμένοι, απελευθερωμένοι, βίαιοι, έβρισκαν περισσότερο, πλησίαζαν τη ρίζα της ύπαρξης τους.
Τα οδοστρώματα είναι φτιαγμένα από πέτρες και μάρμαρα. Οι τοίχοι από πέτρες και σοβάδες. Σκληρά υλικά, αδιαπέραστα, για να ανθέξουν σε κάθε είδους καιρικά φαινόμενα. Κυρίως για να ανθίστανται στις μεγάλες ανθρώπινες θερμοκρασίες.
Πού και πού όμως, σʼ αυτή τη γωνιά, σε εκείνο τον τοίχο, πάνω στο μάρμαρο του σκαλιού της εξώπορτας, στο περβάζι του παραθύρου, βλέπεις χαραγμένα μαχαίρια, καρδιές διαπερασμένες από βέλη, αρχικά ονομάτων, κραυγές έρωτα, αχ και βαχ, γυμνά στήθη. Αδιάψευστα τεκμήρια του παρελθόντος. Ανεξίτηλα ίχνη γύρω στα οποία γυροφέρνουν τα σκοτάδια των επιθυμιών.
Όλα τα άλλα, τα έχει πάρει ο αέρας της Ερμούπολης. Λένε πως ο αέρας της πόλης αυτής είναι υγρός, διαπεραστικός, σε περονιάζει ώς το κόκκαλο. Οι περισσότεροι άνθρωποι νομίζουν πως ο αέρας αυτός είναι έτσι, γιατί βγαίνει από τη θάλασσα. Kάποιοι όμως γνωρίζουν πολύ καλά ότι άλλα είναι εκείνα τα πράγματα που κάνουν τόσο διαπεραστικό, τόσο οδυνηρό τον αέρα αυτό. Βρόμικα λόγια που ξεστομίστηκαν στους δρόμους των Καταλυμάτων.
Βρόμικα λόγια για τόσο γλυκά πράγματα. Πρόστυχες φράσεις για τις πιο εξαίσιες ανθρώπινες εμπειρίες. Σκληρά έλκη της σύφιλης πασπαλισμένα με άχνη υδραργύρου και επίκαυση νιτρικού αργύρου. Αμανέδες που κόπηκαν στη μέση και νότες που δεν παίχτηκαν από τα σπασμένα στα χέρια των χωροφυλάκων τζιβούρια. Μαχαιρωμένα πρόσωπα νέων γυναικών και ουλές της αρρώστιας σε όλο το σώμα. Πυκνός, βαρύς, διαπεραστικός αέρας. Γεμάτος ντουμάνια, άσματα, βρισιές, νταλαβέρια, μαχαιριές, προδοσίες, χασίσια.
Τώρα που τα σπίτια στα Καταλύματα είναι πια βούλια, χωρίς οροφές, χωρίς παράθυρα, χωρίς πόρτες, τώρα που τα καράβια δεν φέρνουν ναυτικούς με τατού σε όλο το σώμα, μόνο ο αέρας περνάει και ξαναπερνάει, μπαίνει και βγαίνει μέσα και έξω από αυτά. Πελάτης και πόρνη μαζί.

http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=458869

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.