Tου ΣTAMOY ZOYΛA
H από κοινού επίκληση του εθνικού συμφέροντος, εκ μέρους της κυβερνήσεως και της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως, για τη διαμόρφωση της ελληνικής στάσεως πρόσφατα στον πόλεμο στο Ιράκ χαιρετίστηκε από πολλές πλευρές ως αναπάντεχο, αλλά θετικότατο στοιχείο. Ενώ θα 'πρεπε να θεωρείται φυσική και αδήριτη υποχρέωση των πολιτικών μας ταγών, αφού η προάσπιση και η προαγωγή του εθνικού συμφέροντος δεν πρέπει να επηρεάζεται από ιδεοληψίες, προκαταλήψεις και οποιεσδήποτε άλλες δουλείες. Με αυτή τη συλλογιστική ο Γεώργιος Ράλλης ως υπουργός των Εξωτερικών και ο Ευάγγελος Αβέρωφ ως υπουργός Αμύνης «παρεχώρησαν» σιωπηρώς και ατύπως, πριν από είκοσι τέσσερα χρόνια, ένα είδος στρατιωτικής βάσεως στη... Σοβιετική Ένωση.
Εκείνο το φθινοπωρινό μεσημέρι του 1979 καθώς έμπαινα στο πρωθυπουργικό γραφείο άκουσα μόνον τις φωνές του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ήταν στη διπλανή αίθουσα και τηλεφωνούσε σε κάποιον οργισμένος. Η Λένα Τριανταφύλλη, που με είχε οδηγήσει στο γραφείο, έσπευσε να κλείσει την ενδιάμεση πόρτα. Αν και με την ιδιαιτέρα γραμματέα του Καραμανλή είχαμε πάντα μια αμοιβαία συμπάθεια και εκτίμηση, το απόρρητο των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων του πρωθυπουργού ήταν ασύμβατο με την εύλογη δημοσιογραφική μου περιέργεια.
Ωστόσο, την ώρα που περίμενα στον προθάλαμο, είχα αντιληφθεί μια έκδηλη νευρικότητα. Όλοι στο ιδιαίτερο γραφείο αναζητούσαν τον Γεώργιο Ράλλη, υπουργό Εξωτερικών την εποχή εκείνη.
«Να τον βρείτε στον ασύρματο», άκουσα να λέει η Λένα Τριανταφύλλη, μεταφέροντας προφανώς εντολή του Καραμανλή.
Έτσι υπέθεσα ότι στην άλλη άκρη του ασύρματου και οργισμένου τηλεφωνήματος του Καραμανλή βρισκόταν ο υπουργός Εξωτερικών. Καθώς η ιδιαιτέρα γραμματεύς του πρωθυπουργού είχε επιστρέψει στο γραφείο της, η επαγγελματική μου διαστροφή με ώθησε να κάνω δύο τρία βήματα προς την κλειστή πόρτα. Άκουσα, λοιπόν, ορισμένες αποσπασματικές φράσεις, στα σημεία που κορυφωνόταν η καραμανλική οργή.
«Πώς το 'κανες αυτό εν αγνοία μου» [...] «Οι Αμερικανοί θα γίνουν έξω φρενών» [...] «Ισχύει ή δεν ισχύει η συμφωνία;» [...] «Άσε τις ευθύνες, εγώ είμαι ο πρωθυπουργός» [...] «Όχι αύριο. Σήμερα θα γυρίσεις».
Όταν μπήκε στο γραφείο, ο Καραμανλής ήταν ακόμη ξαναμμένος. Με χαιρέτησε βλοσυρά και μονολόγησε: «Κατάλαβες, κύριε. Από τη μία μεριά το ΠΑΣΟΚ ζητάει να φύγουν οι αμερικανικές βάσεις και από την άλλη εμείς κάναμε σοβιετική βάση στη Σύρο».
«Ελπίζω να μη συμβαίνει κάτι σοβαρό, κύριε πρόεδρε», παρατήρησα, περισσότερο για να διαπιστώσω αν ήθελε να μου πει κάτι παραπάνω. Έμεινε για λίγο σιωπηλός και μετά μου είπε συνοπτικά τι ακριβώς συνέβαινε.
Μια σοβιετική εταιρεία είχε υποβάλει στα Ναυπηγεία Νεωρίου της Σύρου την πρόταση να επισκευάζονται και να ανεφοδιάζονται σοβιετικά σκάφη στο νησί. Η πρόταση δεν συμπεριελάμβανε μόνον εμπορικά, αλλά και βοηθητικά πλοία του πολεμικού στόλου της ΕΣΣΔ στη Μεσόγειο. Η διοίκηση των Ναυπηγείων διαβίβασε το αίτημα στο υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο, αφού το μελέτησε για οκτώ μήνες, έδωσε τη συγκατάθεσή του και το πρωτόκολλο συνεργασίας μεταξύ της σοβιετικής εταιρείας και των Ναυπηγείων Νεωρίου υπογράφηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 1979.
«Δεν μπορώ να καταλάβω πώς ο Γιώργης (δηλαδή ο Ράλλης) δεν κατάλαβε τη σημασία της συμφωνίας και τι προβλήματα μπορεί να μας προκαλέσει με τους Αμερικανούς», ολοκλήρωσε τον μονόλογό του ο Καραμανλής. Και αμέσως μετά, στρεφόμενος σε εμένα, είπε: «Φυσικά απ' αυτά που σου είπα και άκουσες δεν θα γράψεις τίποτε. Το θέμα είναι σοβαρό και θέλει πολύ λεπτούς χειρισμούς».
Γυρίζοντας στο γραφείο μου αναρωτιόμουν πώς επί τουλάχιστον οκτώ μήνες διαπραγματεύσεων ένα τόσο σημαντικό θέμα δεν είχε διαρρεύσει. Όταν, όμως, ρώτησα τον αρμόδιο οικονομικό συντάκτη, εκείνος μου είπε ατάραχα:
«Α ναι, την έχουμε σήμερα την είδηση. Μονόστηλο στην έβδομη σελίδα». Άνοιξα την εφημερίδα και πράγματι. Με τίτλο «Σοβιετικά πλοία θα επισκευάζονται στο Νεώριο Σύρου», η είδηση υπήρχε. Ωστόσο, δεν ανέφερε ότι στα επισκευαζόμενα πλοία συμπεριλαμβάνονταν και πολεμικά― «λεπτομέρεια» που θα έκανε το μονόστηλο σε πρωτοσέλιδο οκτάστηλο. Δεσμευμένος από το απόρρητο που μου επέβαλε ο Καραμανλής, δεν έδωσα την ανάλογη συνέχεια στο θέμα. Την έδωσαν, όμως, στις αμέσως επόμενες ημέρες οι Αμερικανοί και το NATO. Με διπλωματικά διαβήματα, απαιτήσεις εξηγήσεων, πιέσεις για αναστολή της συμφωνίας.
Η κυβέρνηση Καραμανλή, όμως, έδειξε αμετακίνητη. Τα βασικά της επιχειρήματα ήταν: Πρώτον, ότι η συμφωνία δεν είναι διακρατική αλλά ιδιωτική. Δηλαδή, μεταξύ της εταιρείας των Ναυπηγείων Νεωρίου και του σοβιετικού οίκου Sudoimport. Δεύτερον, για τον ίδιο λόγο δεν ευσταθεί και η κατηγορία ότι η χώρα μας παρέχει λιμενικές και άλλες διευκολύνσεις στα πλοία και στα πληρώματα του σοβιετικού στόλου. Τρίτον, ότι τα πολεμικά πλοία είναι μόνο βοηθητικά και άνευ οπλικών συστημάτων.
Υπάρχει ένα εμπιστευτικό υπόμνημα επτά πυκνογραμμένων σελίδων προς τον Καραμανλή από την ειδική νομική υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών, με προϊστάμενο τότε τον μετέπειτα διπλωματικό σύμβουλο του Α. Παπανδρέου Χρήστο Μαχαιρίτσα. Είναι προφανής στο υπόμνημα αυτό η προσπάθεια να υποστηριχθούν τα... αστήρικτα. Ότι, δηλαδή, η συμφωνία δεν συνιστούσε και στρατιωτική διευκόλυνση.
Η επόμενη πρόσκληση μου από τον Καραμανλή ήταν αμέσως μετά την επιστροφή του από την επίσημη επίσκεψη που πραγματοποίησε στη Μόσχα (1-5 Οκτωβρίου 1979). Προσπάθησα να φέρω τη συζήτηση στη συμφωνία του Νεωρίου, που ήταν στο επίκεντρο της επικαιρότητας, παρατηρώντας ότι τελικά η κυβέρνηση, κατά κάποιον τρόπο, υποχρεώθηκε να στηρίξει ένα ατόπημα του υπουργείου Εξωτερικών. Μου απάντησε αμέσως και αυστηρά. «Δεν σου είπα ποτέ ότι ο Ράλλης έκανε λάθος. Εκείνη την ημέρα του τα 'ψαλα γιατί δεν με είχε ενημερώσει».
Μου έμενε λοιπόν η απορία πώς ο Γεώργιος Ράλλης χειρίστηκε εν αγνοία του Καραμανλή ένα τόσο σοβαρό θέμα, επωμιζόμενος και όλη την ευθύνη των συνεπειών. Την απορία μου αυτή την έλυσα τελευταία σε μία, όπως πάντα, πολύ χρήσιμη και ευχάριστη για μένα συζήτηση με τον πρώην πρωθυπουργό.
Όταν τον ρώτησα σχετικά, ο Γ. Ράλλης μου απάντησε γελώντας: «Δεν είναι ακριβώς έτσι όπως τα ξέρετε τα πράγματα, κύριε Ζούλα».
Και μου είπε τη δική του εκδοχή, η οποία δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι είναι και η ορθή. Ή, έστω, η πληρέστερη:
«Πληροφορήθηκα για πρώτη φορά την πρόταση των Σοβιετικών από τον τότε υποδιοικητή της Εθνικής Τραπέζης Παν. Τζαννετάκη. Τη βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα και συγκυριακώς αξιοποιήσιμη στους τότε χειρισμούς της εξωτερικής πολιτικής. Την περίοδο εκείνη οι σχέσεις μας με την Ουάσιγκτον ήταν τεταμένες. Οι ΗΠΑ καιροσκοπούσαν εμφανώς στο αίτημά μας για την επιστροφή της χώρας στο στρατιωτικό σκέλος του NATO, ενώ ταυτόχρονα η Τουρκία είχε κινητοποιηθεί στη Συμμαχία προκειμένου να καλύψει το αμυντικό κενό στο Αιγαίο, που είχε προκληθεί με την αποχώρησή μας το 1974. Με την εκκρεμότητα αυτή, δηλαδή την επανένταξή μας στο NATO, είχαμε διασυνδέσει και την ανανέωση της συμφωνίας παραμονής των αμερικανικών βάσεων στη χώρα μας. Με άλλους λόγους, οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις βρίσκονταν πάνω σε τεντωμένο σκοινί, το οποίο τραβούσε επικίνδυνα η Ουάσιγκτον. Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι η σοβιετική πρόταση για το Νεώριο μας ενίσχυε στη διελκυστίνδα μας με τους Αμερικανούς. Σ' αυτό, άλλωστε, απέβλεπε και η επίσκεψη του Καραμανλή, η πρώτη από Έλληνα πρωθυπουργό μεταπολεμικά, στη Σοβιετική Ένωση.
»Με τις σκέψεις αυτές συναντήθηκα με τον Αβέρωφ (τότε υπουργό Εθνικής Αμύνης) και τον ενημέρωσα για την πρόταση. Μου είπε ότι εφόσον εγώ την έβρισκα θετική και πραγματοποιήσιμη, εκείνος δεν είχε αντίρρηση.
»Βεβαίως, όλες οι διαπραγματεύσεις για τους όρους της συμφωνίας έγιναν με τη συνεχή εποπτεία εμπειρογνωμόνων των υπουργείων Εξωτερικών και Εθνικής Αμύνης, ώστε να είναι από τυπικής και ουσιαστικής απόψεως διασφαλισμένα τα συμφέροντά μας. Δεδομένου ότι θεωρήσαμε τη συμφωνία ιδιωτική και υπαγόμενη στο ιδιωτικό δίκαιο, έκρινα ότι ήταν σκόπιμο να μην της δοθεί οποιαδήποτε πολιτική προβολή και σημασία. Να περάσει, δηλαδή, όχι ως απόρρητη, αλλά απαρατήρητη― ως μια συμφωνία εμπορικής και μειωμένης σημασίας. Φυσικά οι Αμερικανοί θα μάθαιναν την αλήθεια, αλλά η υποβάθμιση της συμφωνίας από τη δική μας πλευρά δεν επέτρεπε φυσικά οποιαδήποτε θριαμβολογία. Τελικά όλο αυτό το σκηνικό μας το χάλασε ο Μητσοτάκης. Δεν ξέρω πώς και από πού πληροφορήθηκε τα καθέκαστα. Πήγε, λοιπόν, στη Σύρο ως υπουργός Συντονισμού, εγκαινίασε μια πλωτή δεξαμενή στο Νεώριο και εκεί ανήγγειλε εν χορδαίς και οργάνοις, περίπου σαν δικό του επίτευγμα, τη συμφωνία. Εγώ με τη γυναίκα μου ήμασταν σε ολιγοήμερες διακοπές έξω από την Άνδρο με το σκάφος "Παλόμα" του Βασίλη Γουλανδρή, όταν ο Καραμανλής έμαθε την αναγγελία Μητσοτάκη στη Σύρο και πληροφορήθηκε για πρώτη φορά το θέμα. Πήρε στο τηλέφωνο πρώτα τον Αβέρωφ, ο οποίος, όταν άκουσε τις οργισμένες φωνές του, ισχυρίστηκε ότι δεν είχε ιδέα του θέματος. Εμένα με βρήκε τελικά μέσω ασυρμάτου...»
Ακριβώς από το σημείο αυτό άρχισε και η δική μου τυχαία ενημέρωση για την υπόθεση του Νεωρίου με την επίσκεψή μου στο πρωθυπουργικό γραφείο εκείνο το φθινοπωρινό μεσημέρι του 1979. Στην προ ημερών συνάντησή μας ρώτησα, για μια ακόμη φορά, τον Γεώργιο Ράλλη πώς και γιατί δεν είχε ενημερώσει τον Καραμανλή για ένα τόσο σοβαρό θέμα της εξωτερικής πολιτικής. Μου απάντησε πολύ απλά: «Αυτό, ίσως, ήταν το λάθος μου».
Όσοι γνωρίζουν τον Γ. Ράλλη φυσικά αποκλείουν το ενδεχόμενο να έκανε ένα τέτοιο «λάθος» υποτιμώντας τη σημασία της συγκεκριμένης συμφωνίας. Άλλωστε, η συλλογιστική με την οποία έδωσε ως υπουργός Εξωτερικών το πράσινο φως για να υπογραφεί η ελληνοσο-βιετική πράξη οδηγεί στο ακριβώς αντίθετο συμπέρασμα. Συνεπώς η πιθανότερη εκδοχή είναι ότι ο Γ. Ράλλης στο σενάριο υποβαθμίσεως της συμφωνίας, ως συνήθους ιδιωτικοεμπορικής, συμπεριέλαβε -υποσυνειδήτως ίσως- και την άγνοια του Κων. Καραμανλή.
Μια τέτοια επιλογή μεγιστοποιούσε, βεβαίως, τη δική του πολιτική ευθύνη. Όμως η ανάληψη πρωτοβουλίας και ευθύνης ήταν πάντοτε για τον πρώην πρωθυπουργό πρωταρχικό καθήκον και ποτέ απευκταία υποχρέωση. Δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός ότι ο Γεώργιος Ράλλης καταγράφοντας σε βιβλίο το χρονικό των δεκαοκτώ μηνών της πρωθυπουργίας του επέλεξε τον τίτλο Ώρες EυθύνηςΙ
Tο παραπάνω κείμενο περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Στ. Zούλα «Όσα δεν έγραψα...», εκδ. KAΣTANIΩTH 2003, σελ. 144-151.