|
|
|
Σε κοιτάει, σε παρατηρεί σχολαστικά, ακίνητο, λες κι είναι πετρωμένο. Μόνο στα μάτια του δείχνει ότι έχει ζωή. Κι εκεί που λες να το πλησιάσεις περισσότερο, σου πετάει μια δυνατή φτυσιά από τα ρουθούνια του κι εσύ ενστικτωδώς αποτραβιέσαι. «Βρε το άτιμο και δεν του φαίνονταν ο μέγας τσαμπουκάς του»! Ο κόσμος των χιλιάδων ιγκουάνα, απλώνεται μπροστά στα μάτια σου, που δεν προλαβαίνουν να χορταίνουν εικόνες. Κολλημένα το ένα πίσω από το άλλο και μερικές φορές το ‘να να βρίσκεται πάνω στο άλλο, φτιάχνουν τις συμμαχικές τους κοινότητες. Έτσι αμύνονται ομαδικά, στ’ αρπακτικά και στ’ ανταγωνιστικά ζώα, που θα τολμήσουν να τους επιτεθούν ή ν’ αμφισβητήσουν, τα χωρικά τους δικαιώματα. Και ποια είναι τα όπλα τους; Το φτύσιμο και η φυγή. Τ’ αποτυπώματά τους στην άμμο, οι γραμμές από το σούρσιμο της ουράς τους, είναι τα μόνα δείγματα, ότι κάπου- κάπου κουνιούνται. Γιατί ώρες να κάθεσαι, σπάζει η υπομονή σου να τα βλέπεις, να μην ξεκολλούν ρούπι, από το μέρος που τα συνάντησες. Πρέπει να βάλεις τότε τα μεγάλα μέσα, να καταλάβουν ότι το ξύλο, το κλαδάκι που τα παρενοχλεί, μπορεί να είναι και κίνδυνος, για να τα κάνουν να μετακινηθούν πιο πέρα. Κι όταν σιγουρευτούν πάλι, συνεχίζουν το χαβά τους. Ακίνητα περνούν την μέρα τους.
Και πώς τρέφονται; Έλα ντε! Περιμένουν κάτω από τον κάκτο, από την φραγκοσυκιά, να πέσει ο καρπός. Κι όταν τον δουν, βουρ τ’ αρπάζουν στο πι και φι και μετά από λίγο, τον έχουν καταβροχθίσει. Αυτά είναι τα γκριζοκίτρινα τα πιο σωματώδη. Γιατί τα μαυροκόκκινα ιγκουάνα, τα μικροσκοπικά, έχουν άλλο διαιτολόγιο, τα όστρακα, τις άλγες και τις γαριδούλες. Βουτούν στη θάλασσα και τα χάνεις. Μετά τσουπ, πάλι κολλημένα στο βράχο, μέχρι να συμβεί το επόμενο ρεσάλτο τους. Το σώμα τους προσανατολίζεται προς την κατεύθυνση του ήλιου κι αλλάζουν στάση, μόνο όταν αλλάξει θέση κι αυτός. Δεν τα κουνά από τη θέση τους, ούτε το δυνατότερο κύμα, που τα κουκουλώνει… Μόνο με τον μεγαλόσωμο κόκκινο επιθετικό κάβουρα, έχουν κόντρες, πάνω στα βράχια. Διεκδικούν την επικράτειά τους. Φροντίζουν όμως ν’ αποφεύγουν τις μάχες, γιατί τα καβούρια είναι πολλά και ειδοποιούν τους συντρόφους τους, για συμπαράσταση. Διαχωρίζονται λοιπόν εξ ανάγκης τα βράχια.
Από τη μια οι τεράστιες δαγκάνες κι από την άλλη τα cool ιγκουάνα, με τα φτυσίματα. Η ισορροπία λοιπόν στη φύση. Ο καθείς και τα όπλα του. Λένε, ότι ο Δαρβίνος, που βρέθηκε σ’ αυτά τα μέρη κι άφησε παντοτινά την επιστημονική του φήμη στα Γκαλαπάγκος, από δυο ζώα ενθουσιάστηκε. Από τις γιγάντιες χελώνες και τα ιγκουάνα. Αυτά τα ερπετά, που μοιάζουν με δράκους, όπως αυτοί που τους έχουμε εικόνες από τα παραμύθια μας, με το αγριωπό βλέμμα του τσαντισμένου, αλλά και με την παράξενη φυσιολογία. Γιατί αντέχουν τα διαολεμένα, στις πιο εξτρίμ περιπτώσεις. Κάποιος λοιπόν βάλθηκε ν’ αποδείξει στο Δαρβίνο, την άποψή του, για τα σκληροτράχηλα τούτα πλάσματα. Έπιασε ένα, του έδεσε το σώμα με μια πέτρα (για βαρίδι) και το πέταξε στη θάλασσα. Όταν όμως το τράβηξαν απ’ εκεί, μετά από μια ώρα, αυτή η κατά τ’ άλλα στεριανή ύπαρξη, πέταξε τα νερά από το ρουθούνι του κι έφυγε σαν …κύριος, όταν το λύσανε. Πρωταθλητής βουτηχτής, με τα όλα του…
Καλώς ήρθατε στον παράδεισο.
Το σύμπλεγμα των Γκαλαπάγκος, είναι πάνω στον ισημερινό, περίπου 700 μίλια από τις λατινοαμερικάνικες ακτές. Διοικητικά ανήκει στο κράτος του Εκουαντόρ και ουσιαστικά σ’ όλο τον πλανήτη, γιατί είναι λένε, ο τελευταίος ζωντανός χώρος, που έχει μείνει θεωρητικά οικολογικά αλώβητος, από την εντατική εκμετάλλευση και τον επεκτατικό τουρισμό. Η αλήθεια είναι, ότι έχουν πέσει αρκετά χρήματα από τη διεθνή κοινότητα, για να κρατηθεί η παγκόσμια αυτή κληρονομιά της φύσης, σ’ ένα επίπεδο πρωτόγονο. Έχει οργανωθεί σύστημα προστασίας των νησιών, από τους ασυνείδητους επισκέπτες, από τις οχλήσεις και τους λαθροκυνηγούς, αν και στο θαλάσσιο χώρο τους, έχουν γίνει κατά καιρούς παρατράγουδα, από τυχάρπαστους ψαράδες. Γιατί η θαλάσσια πανίδα στη ζώνη προστασίας, που φτάνει τα 40 μίλια απόσταση από τις ακτές, είναι κάτι το ασύλητο. Όλα τα είδη των μεγάλων και μικρότερων ψαριών, των πουλιών, των κοραλλιών και των οστρακοειδών, υπάρχουν σε αφθονία.
Στη στεριά, οι γεωλογικές συνθήκες βρίσκονται σε πλήρη ανάπτυξη, με τα ενεργά ηφαίστεια, σε έντονη δραστηριότητα, με τη φύση να εναλλάσσεται από την ξερή κι άνυδρη, στη δασώδη και πυκνόφυλλη χλωρίδα, με ένα μετεωρολογικό σκηνικό, που έχει λίγες βροχές (γύρω από τον Γενάρη-Απρίλη), πολύ υγρασία (οι ντόπιοι τη λένε γκαρούα) και ένα σχεδόν μόνιμα πρωινό συννεφιασμένο ουρανό, που καθαρίζει από τον ψυχρό νοτιοδυτικό άνεμο, όσο απογευματιάζει.
Η σημασία του χώρου μας έγινε γνωστή, από το 1835, όταν το καράβι «Beagle», αφού πέρασε τα στενά του Μαγγελάνου, διασχίζοντας τις πολυθρύλητες Νότιες Θάλασσες, έριξε άγκυρα στις 15 Σεπτεμβρίου, στο San Cristobal. Ένα από τα νησιά του συμπλέγματος των Galapagos. Ο νεαρός τότε Δαρβίνος, είδε κατάφατσα αυτά που μελετούσε κι έγινε αυτόπτης μάρτυρας, για εκείνα τ’ αλλόκοτα, που είχε ακούσει από τις περιγραφές των ναυτικών, να λένε ότι υπάρχουν, στους μακρινούς ωκεανούς! Μέχρι τότε, όλα τούτα, νόμισε ότι ήταν μυθεύματα της νοσηρής φαντασίας των μαρινάρων, που όταν βρίσκονταν στις απόμακρες θάλασσες των μπάρκων τους, πλάθανε θεριά και δαίμονες, για να προκαλούν δέος και ηρωισμό, στις στεριανές διηγήσεις τους. Όμως εκείνο το απομεσήμερο ο Δαρβίνος, ήρθε μπροστά στην πραγματικότητα. Αντιλήφθηκε, ότι σ’ αυτό το νησί, λες και βρέθηκε κάπου σ’ εκείνους τους παμπάλαιους αιώνες, των πρώτων πλασμάτων στην φύση. Ιδιαίτερα μάλιστα εντυπωσιάστηκε, όταν είδε, τις γιγάντιες χελώνες, αυτές που νωχελικά τις συναντάς, να πορεύονται στα κακοτράχαλα υψώματα της ενδοχώρας, αναζητώντας το χορταράκι της επιβίωσής τους.
Γκαλαπάγκος σημαίνει χελωνάρες!
Είναι, 19 νησιά, που απ’ αυτά, μόνο στα 5 υπάρχουν ανθρώπινες σταθερές παρουσίες. Τα μεγαλύτερα είναι της Ισαμπέλας, του Σάντα Κρουζ, του Σαντιάγκο και του Σαν Κριστομπάλ. Βρίσκονται ακριβώς πάνω στο ρήγμα του Ειρηνικού με την Αμερικανική ήπειρο και εξ αιτίας των γεωλογικών ανακατατάξεων, αλλά και της έλλειψης θηλαστικών, της μεγάλης απόστασης από την ηπειρωτική γή, ο απομονωμένος χώρος τους (που δεν επέτρεψε την μεταφορά σπόρων και ξενιστών εντόμων), τους έδωσαν όλα αυτά τα χαρακτηριστικά: του μοναδικού, του απαράμιλλου, γεωφυσικού εργαστήριου, στον πλανήτη μας! Τ’ όνομα Γκαλαπάγκος, στο σύμπλεγμα των νησιών, σύμφωνα από την παράδοση, το έβγαλε ένας Ισπανός επίσκοπος, που βρέθηκε κατά λάθος σ’ αυτούς τους τόπους το 1535, όταν το πλοίο που τον μετέφερε από τον Παναμά, στο Περού, έχασε την πορεία του, από τα θαλάσσια ρεύματα κι έτσι απροσδόκητα, αντίκρισαν το απίστευτο. Λάβα να χύνεται στη θάλασσα, ζώα τεράστια να βόσκουν, απίστευτα πουλιά, φώκιες, θαλάσσια λιοντάρια, πιγκουίνοι και ψάρια γιγάντια, να περιτριγυρνούν τις ακτές. Μια περιγραφή, παρόμοια των ζωγραφιών του Ιερώνυμου Μπος, που τα περίεργα έργα του τότε, είχαν εξάψει με τις εικαστικές συλλήψεις τους, τη φαντασία και τον τρόμο των πιστών, για το τι τους περιμένει στην κόλαση, άμα οδηγηθούν έξω από το δρόμο της αρετής του Θεού…
Το καλωσόρισμα των «μπούμπις»
Η εναέρια διαδρομή από το ηπειρωτικό Εκουαντόρ, προσγειώνεται στο αεροδρόμιο Μπάλτρα, στο ομώνυμο νησάκι, που το χωρίζει μια μικρή διώρυγα από το Σάντα Κρουζ, το νησί, που είναι το κέντρο των δραστηριοτήτων και φιλοξενεί την πρωτεύουσα των Γκαλαπάγκος, Πόρτο Αρόγιο. (*) Το μικρό αεροδρόμιο, φτιάχτηκε στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο από τους Αμερικάνους, που το ήθελαν για βάση προστασίας, της Διώρυγας του Παναμά. Το στρατηγικό λοιπόν αυτό σημείο στα Γκαλαπάγκος, το έβαλαν στο μάτι τα ιαπωνικά καμικάζι, γι’αυτό κι είχε εξοπλιστεί σαν αστακός. Ακόμη και σήμερα, βλέπεις τα ερείπια εκείνης της ηρωικής εποχής, που απ’ ότι φαντάζομαι, θα είχε επιπτώσεις και στη ζωή των εμβίων, που θα τρελάθηκαν μέσα στην ευδαιμονία της πλέριας ησυχίας τους, ν’ ακούνε αυτό το πατιρντί με το κροτάλισμα των αντιαεροπορικών και το σαματά από τις βόμβες. (*) To 1986, φτιάχτηκε ένα ακόμη αεροδρόμιο στο νησί του Σαν Κριστομπάλ. Στο απέναντι νησί, του στρατιωτικού εκείνου αεροδρομίου, βρίσκεται το νησί του Σαν Μπαρτολομέ. Βάλθηκαν λοιπόν εκείνοι οι Αμερικάνοι πιλότοι, που φύλαγαν τη βάση, να κάνουν προπόνηση στους βομβαρδισμούς τους πάνω σ’ ένα βράχο, που προεξέχει σήμερα κουτσουρεμένος, από τις αλλεπάλληλες βολές. Αυτό λοιπόν το σημείο ατραξιόν στα Γκαλαπάγκος, που έχει γεμίσει τον κόσμο από τις διάσημες φωτογραφίες του, έχει συνδεθεί με την οικολογική καταστροφή της εποχής εκείνης…
…Απλώθηκα στην παραλία, για μια πρώτη επαφή με τ’ όλο σκηνικό. Από το αεροδρόμιο στο καράβι κι από ‘κει στο όνειρο… Τριγύρω, πουλιά να τρυπούν την άμμο, ψάχνοντας για σκουλήκια. Οι φώκιες αραχτές στην κοσμάρα τους. Τα καβούρια να τρέχουν να προλάβουν το μεζεδάκι τους. Τα δελφίνια να κάνουν τις βουτιές τους, οι φάλαινες να πετάνε το νερό ψηλά, κάπου στο βάθος, εκεί στ’ ανοιχτά. Οι καρχαρίες να μην ασχολούνται με τους ανθρώπους, αλλά για τα χταπόδια κι εμείς οι ανθρώπινοι επισκέπτες, στη νιρβάνα μας! Αλήθεια, πόσα χιλιόμετρα μακριά απ’ εδώ είναι η Γουόλ Στριτ και το Αφγανιστάν; Πόσο απέχει η ευτυχισμένη ζωή από το άγχος της; Τελικά η ένταση ή το άραγμα είναι οι θεϊκές ταχύτητες της δημιουργίας; Χρόνος, μέρα, ώρα, τι σημασία έχουν, όταν όλα τ’ απλά κι ωραία, τα έχεις μπροστά σου και σου φτιάχνουν τις βασανιστικές συγκρίσεις: «Βρε, που μπλέξαμε μέσα στις μεγαλουπόλεις»!
Κι εκεί που ανακατεύονται σκέψεις κι εικόνες, να σου ο σίφουνας… το: Σήμα κατατεθέν των Γκαλαπάγκος. Οι γαλάζιες πατούσες των «μπούμπις», είναι το μασκότ όλων των τουριστικών παρουσιάσεων. Τα πουλιά αυτά την εποχή των φαλαινοθηρών και των κυνηγών της φώκιας, ήταν σχεδόν κοντά στην εξαφάνιση. Εκμεταλλευόμενοι οι άπληστοι, τον ήρεμο χαρακτήρα αυτών των πλασμάτων, τα πλησίαζαν τα κτυπούσαν στο κεφάλι και μετά τα έριχναν στην κατσαρόλα για μαγείρεμα. Ο κόσμος σήμερα κάνει σαν παλαβός γι’ αυτά. Πλησιάζει πολύ κοντά για να φωτογραφίσει, αυτά τ’ ατάραχα πτερόεντα, που δεν καταλαβαίνουν τίποτε από πολυκοσμία, γιατί μάλλον τα έχουν απορροφήσει οι δημόσιες σχέσεις… Κι εδώ υπάρχει το πραγματικό πρόβλημα για το σύμπλεγμα των Γκαλαπάγκος. Τα χρήματα που κερδίζει η κυβέρνηση του Εκουαντόρ, από την υπόθεση του παγκόσμιου αυτού φυσικού πάρκου, είναι δέλεαρ, για μια περαιτέρω τουριστική ανάπτυξη. Υπάρχει πίεση για περισσότερα ξενοδοχεία κι αφίξεις επισκεπτών κι αυτό φυσικά αποβαίνει εις βάρος της ηρεμίας των έμβιων πλασμάτων, που συνεχίζουν κι αναπαράγονται στο αποκλειστικά δικό τους περιβάλλον της ηρεμίας και της ησυχίας. Κάθε λοιπόν τουριστική υπέρβαση, θα φέρει αναπόφευκτα την αλλαγή των φυσικών ισορροπιών, στο εύθραυστο νησιωτικό οικοσύστημα.
Το χαριτωμένο λοιπόν promotion που έγινε με τις πατούσες των «μπούμπις», τα φιλμ οικολογικού περιεχομένου που προβάλλονται σ’ όλο τον κόσμο, η επέτειος των 200 χρόνων από τη γέννηση του Δαρβίνου και των 50 από τη λειτουργία του Εθνικού Πάρκου, έφερε την περιορισμένη τουριστική υποδομή, σε αδιέξοδο εξυπηρέτησης των πολυάριθμων πελατών. Το 2006 έγιναν 140.000 αφίξεις! (Συνήθως είναι γύρω στις 80.000, εκουατοριάνοι και αλλοδαποί). Η κυβέρνηση ψάχνει να βρει τρόπο να ξεπεράσει το σκόπελο της απαγόρευσης, που της βάζουν διεθνείς χρηματοδοτικοί κύκλοι, οι οποίοι υποστηρίζουν οικονομικά κι επιστημονικά το εγχείρημα της παραμονής του χώρου, ως αποκλειστικά οικολογικής ευθύνης της παγκόσμιας κληρονομιάς. Από την άλλη πάλι το Εκουαντόρ είναι από τα φτωχότερα κράτη του πλανήτη, μ’ ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων, που βλέποντας τις business στα Γκαλαπάγκος, θέλει να πάει εκεί να εργαστεί και να προκόψει. Όμως η παραμονή, για τους εσωτερικούς μετανάστες είναι σχεδόν αδύνατη, γιατί γίνονται επισταμένοι έλεγχοι κι επειδή, είναι πολύ δύσκολο να μεταφερθείς εκεί, εκτός της αεροπορικής σύνδεσης. Όποιος εκουατοριάνος ή αλλοδαπός συλλαμβάνεται, χωρίς την άδεια παραμονής, αποστέλλεται αμέσως στην ηπειρωτική χώρα. Αρκεί να σημειωθεί, ότι οι ντόπιοι που υπολογίζονται σήμερα σε 28 χιλιάδες περίπου, τυγχάνουν ειδικού καθεστώτος και δικαιούνται να πληρώσουν το 1/3 του εισιτηρίου, για να μεταβούν στο στεριανό Εκουαντόρ. Το κόστος για ένα τουρίστα για να πάει εκεί διακοπές, είναι αρκετά υψηλό. Εκτός των ακριβών παροχών, πρέπει οι ξένοι να καταβάλλουν άμα την είσοδό του στα Γκαλαπάγκος, 100 δολάρια. Και δεν είναι μόνο αυτά. Γιατί γυρνώντας στην ηπειρωτική χώρα, πάλι πληρώνεις υψηλό φόρο, για να μπεις και να φύγεις από το κράτος! Η παραμονή των περισσότερων επισκεπτών στα Γκαλαπάγκος, είναι πάνω στα μικρά πλοία, που αναλαμβάνουν με ειδικά πακέτα εκδρομών, να σε μεταφέρουν σ’ όλο το σύμπλεγμα των νησιών. Κι επειδή η αναμονή επιβίβασης για τους τουρίστες είναι χρονοβόρα, διεθνείς τουριστικοί οίκοι αποφάσισαν να ναυλώσουν μεγάλα κρουαζιερόπλοια (500 ατόμων), για να μεταφέρουν εκεί την πελατεία τους. Όμως υπήρξαν αντιδράσεις. Διότι όλοι αυτοί, αν αποτελέσουν προηγούμενο κι ακολουθήσουν κι άλλες αποστολές, όταν θ’ αποβιβάζονται στα νησιά, για να δουν από κοντά τα ζώα, τελικά θα υπάρξει μεγάλο πρόβλημα, για την ευρυθμία της άγριας φύσης. Το τουριστικό εγχείρημα που επιχειρήθηκε, φαίνεται από τις πάμπολλες αντιδράσεις, ότι μάλλον δεν θα έχει συνέχεια. Έτσι ο τουρίστας, βολεύεται με τα μικρά πλοία των 10-16 ατόμων και με τη συνοδεία ειδικού φρουρού ξεναγού, κάνει επισκέψεις, σ’ επιλεγμένα μόνο σημεία, του νησιωτικού συμπλέγματος.
Η άγρια φύση εκπέμπει SOS!
Όταν ο Δαρβίνος έμεινε τότε για 25 μέρες στο Σαν Κριστομπάλ, στο Σαντιάγκο, στη Φλορεάνα και στην Ιζαμπέλα, έγινε μάρτυρας φρικτών σκηνών, βλέποντας χιλιάδες κελύφη χελωνών να βρίσκονται πεταμένα ολούθε. Οι λιγοστοί κάτοικοι κι οι περισσότεροι πειρατές, που χρησιμοποιούσαν το Αρχιπέλαγος για καταφύγιο, έβρισκαν πολύ νόστιμο της χελώνας το κρέας, συν του ότι, ήταν αρκετό για να σιτίζονται μεγάλο χρονικό διάστημα. Πολλά ζώα των Γκαλαπάγκος, ήταν πριν μισό αιώνα, στα όρια της εξαφάνισης. Όλα αυτά αποκαταστάθηκαν εν μέρει, με την πάροδο του χρόνου κι ιδιαίτερα από το 1959, που άρχισε να λειτουργεί το Εθνικό Πάρκο. Όμως το επικίνδυνο για την άγρια πανίδα, είχε και μια άλλη παράμετρο. Την εμφάνιση των οικόσιτων ζώων, αλλά και των ζώων αναπαραγωγής, που είχαν μεταφέρει εκεί, οι τοπικοί πληθυσμοί. Κυρίως τα κατσίκια, τα γουρούνια, τις γάτες και τα σκυλιά. Αυτά με την πάροδο του χρόνου αγρίεψαν, είδαν στην παρθένα τροφή άφθονη μπροστά στα μάταια τους και ξεθάρρεψαν. Πλάκωσαν και τα ποντίκια και δεν άφησαν αυγό για αυγό πουλιού και χελώνας. Σε μερικά νησιά, εξαφανίστηκαν τ’ άγρια ζώα, ενώ η βλάστηση έγινε σμπαράλια από τον πολλαπλασιασμό των μηρυκαστικών.
Ξεκίνησαν λοιπόν συστηματικές προσπάθειες για την αποκατάσταση, με τη συνδρομή του επιστημονικού σταθμού Τσαρλ Ντάρβιν του ομώνυμου Κέντρου, που εδρεύει στο Πόρτο Αρόγιο και με τη συμμετοχή αμερικάνικων πανεπιστημίων. Ενδεικτικά, πριν 50 χρόνια, στο νησί Ισπανιόλα είχαν απομείνει μόνο 13 χελώνες! Τώρα μ’ ένα ειδικό πρόγραμμα εκτροφής, φτάσανε τις 2.000! Παράλληλα χρειάστηκε ένα μεγάλο δίκτυο σύλληψης των εισαγόμενων ζώων. Τώρα κάπως έχει αποκατασταθεί η ισορροπία, ενώ συστηματικά γίνονται έλεγχοι και στήνονται παγίδες για να εγκλωβιστούν αυτοί οι επιδρομείς (το 1984 τα κατσίκια ήταν 100.000 και τα γουρούνια 10.000)! Όμως τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα στη θάλασσα. Παρ’ ότι έχει οργανωθεί από το 1998, το καταφύγιο ενάλιων ειδών, οι ψαράδες δεν βλέπουν με καλό μάτι αυτή την υπερπροστασία που παρέχεται στα εμπορικά ψάρια και στους αστακούς, εντός της προστατευόμενης ζώνης Ενδεικτικό είναι ότι το 2002 συνελήφθη κολομβιάνικο αλιευτικό, με 40 νεκρά δελφίνια και 8 τόνους, ψάρι τόνου. Ακόμη αλιευτικά μπαίνουν τις νυχτερινές ώρες στις απομακρυσμένες περιοχές και στη συνέχεια βγαίνουν με το φως της ημέρας έξω, από την απαγορευμένη ζώνη. Στους αλλεπάλληλους ελέγχους που διενεργούνται, μερικοί ψαράδες την πήραν ανάποδα, δεν άντεξαν κι επιτέθηκαν με όπλα σε περιπολικά σκάφη.
Όμως το θαλάσσιο περιβάλλον, εξέπεμψε το SOS κι από ένα ακόμη απρόσκλητο εισβολέα. Τη ρύπανση. Συγκεκριμένα, το χειμώνα του 2001 παρασύρθηκε το τάνκερ «Jessika», στις βραχώδεις ακτές του Σαν Κριστομπάλ. Το πετρέλαιο χύθηκε στη θάλασσα και κάλυψε 1250 τετραγωνικά χιλιόμετρα, φτάνοντας στα νησιά Σάντα Φε και Ιζαμπέλα. Ο κίνδυνος για μια μεγαλύτερη καταστροφή τελικά αποσοβήθηκε, από την αλλαγή του καιρού, που παρέσυρε την πετρελαιοκηλίδα, προς τον ανοικτό ωκεανό. Προσπάθειες της κυβέρνησης του Εκουαντόρ και των αμερικανικών υπηρεσιών, για να μαζευτεί το μαζούτ, ευτυχώς απέδωσαν κι έτσι οι ζημιές ήταν περιορισμένες. Οι κλιματικές αλλαγές, δεν έχει αποδειχθεί, αν συσχετίζονται με το φαινόμενο «El Ninio». Εκείνο όμως που είναι εμφανές, είναι ότι το ζεστό αυτό ωκεάνειο ρεύμα, κόντεψε να δώσει χαριστική βολή στο εύθραυστο, οικοσύστημα των Γκαλαπάγκος. Η άνοδος της θερμοκρασίας, έφερε αναστάτωση στη ζωή των ζώων που είχαν συνηθίσει για αιώνες το DNA τους, σ’ ένα σταθερό δροσερό κάπως κλίμα. Φωτιές άρχισαν να εκδηλώνονται από το πουθενά, τα λιγοστά νερά εξατμίστηκαν και τα πουλιά άρχισαν να μην γεννούν. Τα «μπούμπις» το 1989 για πρώτη φορά εγκατέλειψαν ομαδικά τα νησιά και πέταξαν προς άλλους τόπους! Μετά από δυο χρόνια αποκαταστάθηκε η τάξη , αλλά δεν έλειψαν οι προβληματισμοί, για το τι θ’ επακολουθήσει του «El Ninio», αν συνεχίσει η υπερθέρμανση του πλανήτη.
Το ταξίδι των άλμπατρος Μόλις πλησιάσει η άνοιξη εκεί κατά τον Απρίλη, εμφανίζεται από τον ορίζοντα του ωκεανού. Κάθε χρόνο τέτοια εποχή, φτάνει στο γνώριμο στέκι του στο νησί της Εσπανιόλα, για να ζευγαρώσει, να γεννήσει τ’ αυγά του, να καμαρώσει τα μικρά του να μεγαλώνουν και μετά κατά το Νοέμβρη, να χαθεί και πάλι στο απέραντο ουρανό του Ειρηνικού. Τριγυρνάει απ’ εδώ κι απ’ εκεί και κάνει χιλιάδες χιλιόμετρα νότια, μέχρι τις ακτές του Περού και της Χιλής, ενώ πολλές φορές τα έχουν δει μέχρι την Ιαπωνία και την Μικρονησία. Με τέτοιο άνοιγμα φτερών ( 2,5 μέτρα), με τέτοια αεροδυναμική, με τέτοια σιγουριά στο πέταγμά του, με τον αέρα να φυσάει και να κάνει ακροβατικά βολ πλανέ, τα άλμπατρος είναι οι άρχοντες των ουρανών. Ο μυθικός ήρωας των ιστιοπλόων, που δίνουν και ξαναδίνουν τ΄όνομα του πουλιού στα σκάφη τους, για να είναι καλοτάξιδα και σβέλτα, σαν αυτό τον πιλότο του ουρανού. Κι είναι πράγματι πιλότοι τ’ άλμπατρος. Γιατί αν τα δεις να προσγειώνονται με την φόρα που έρχονται, σου θυμίζουν έμπειρο αεροπόρο, που προσγειώνει μαλακά το σιδερένιο πουλί του.
Τ’ άλμπατρος κυνηγάνε το βράδυ τη λεία τους. Πετάνε ξυστά πάνω από τα κύματα και με τα μεγάλα μάτια τους, αντιλαμβάνονται τα πάντα. Η ιεροτελεστία του ζευγαρώματος ξεκινάει με την άφιξη του αρσενικού. Αναλαμβάνει να βρει τον κατάλληλο χώρο και να σκαρώσει την φωλιά του. Μετά λίγες μέρες, καταφτάνει και το θηλυκό. Αφού γίνουν οι κατάλληλες γνωριμίες, αρχίζει η τελετή της γονιμοποίησης. Αυτή περιλαμβάνει το τσούγκρισμα των ραμφών τους, σαν να θέλουν να μονομαχήσουν. Μετά σηκώνονται στον ουρανό κάνουν μερικές στροφές, βγάζουν μια κραυγή κι επανέρχονται στο έδαφος για να συνεχιστεί το φλερτ. Αυτό επαναλαμβάνεται συνέχεια 5 τουλάχιστον μέρες, μέχρι να τους κάτσει η γονιμοποίηση. Ύστερα από 63 μέρες, στα μέσα του Αυγούστου βγαίνει τ’ αυγό. Το νεογέννητο θέλει περίπου 170 μέρες μέχρι να πετάξει. Έτσι κι αυτό από μόνο του, κάπου στο τέλος Δεκέμβρη, αρχίζει το μεγάλο ταξίδι του. Το άλμπατρος πολλαπλασιάζεται μετά τα 5 χρόνια ζωής και επιβιώνει από 30-40 χρόνια.
Την περίοδο του «El Ninio» ( 1982-83) κατάλαβαν ότι δεν τους παίρνει να ζήσουν στα Γκαλαπάγκος. Παράτησαν λοιπόν ομαδικά τις φωλιές τους, χωρίς να γονιμοποιήσουν και τράβηξαν σε ψυχρότερα κλίματα. Υπολογίζονται σήμερα σε 15.000 ζευγάρια. Κι ενώ αυτά διαδραματίζονται στην κοινωνία των ζώων, το αρχιπέλαγος, από την μαγεία και την μοναδικότητά του, δεν ήταν δυνατόν να ξεφύγει, από των ανθρώπων τις παραξενιές. Έτσι εκεί, σε μια γωνιά του νησιού της Φλορεάνας, παίχτηκε, στο μεσοπόλεμο, μια παράξενη, τρελή ιστορία…
Μια ακτή, γεμάτη πάθος και μυστήριο.
Την αποκαλούν σήμερα Post Office. H αμμουδιά, το τοπίο, το εξωτικό του χώρου, σίγουρα δεν περνάνε απαρατήρητα.
…Με είχε απορροφήσει το διάβασμα. «To kill a mockingbird». Θες ο τίτλος, θες η ιστορία του Δαρβίνου, θες η ομώνυμη ταινία με τον Γκρέγκορι Πεκ (του έδωσε το όσκαρ το 1962), όλα αυτά, μ’ είχαν συνεπάρει με το εκπληκτικό βιβλίο του Harper Lee. Μα πιο πολύ, αυτά τα μυστηριώδη αιμοδιψή πουλιά των Γκαλαπάγκος, τα mockingbirds, που έκαναν τον Δαρβίνο, ν’ αλλάξει πορεία στις έρευνές του κι από τη γεωλογία, που πήγε σ’ εκείνο το ατέλειωτο ταξίδι, μπήκε στην έρευνα της φυσιολογίας κι έγραψε επιστρέφοντας στην πατρίδα του «Για την Καταγωγή των Ειδών».
…O ύπνος ήταν βαρύς, γεμάτος όνειρα. Γιατί πράγματι η ηρεμία της επαφής με τη φύση, σου φτιάχνει με το φως μαγικές εικόνες και βαθυστόχαστες σκέψεις κι έτσι γεμίζει η νύχτα σου με φαντασιακές καταστάσεις… Το κουδουνάκι του εγερτηρίου, που κτύπησε ο θαλαμηπόλος του καραβιού, σήμανε την αρχή της μέρας. Ξημερώματα, σε τούτο τον κόλπο του νησιού, ακουμπισμένος στην κουπαστή, παρακολουθούσα από το αγκυροβόλιο μας, την γύρω κίνηση. Πρωινή σουλάτσα των δελφινιών, της φώκιας οι βουτιές και των πουλιών το τιτίβισμα. Μέσα στην αχλή ατμόσφαιρα, ο ήλιος έριχνε τις πρώτες αχτίδες του, από την απεραντοσύνη του ωκεανού. Μάλλον κάπως έτσι θα ήταν, όταν το 1929, ένας τρελαμένος με τη φύση Γερμανός οδοντίατρος, ο Φρίντριχ Ρίτερ, μαζί με τη φιλενάδα του Ντόρι Στράους, πήραν την απόφαση να κάνουν σπίτι του για πάντα, τούτο το σημείο του πλανήτη. Τους είχε κουράσει η ζωή στην πατρίδα τους, μα πιο πολύ πίστευαν ότι ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος να ζει κοντά στα δημιουργήματα του Θεού κι όχι στη σχιζοφρένεια των πολιτικών και κοινωνικών αντιπαραθέσεων. Είχαν για βίβλο τους, το ανάγνωσμα του Ροβινσώνα Κρούσου, που τους ενέπνεε, να φτιάξουν τα ίδια μ’ εκείνον, σε τούτη την άγνωστη γωνιά της Γης, με το ερωτικό τους πάθος να ξεχειλίζει, συντροφιά με τα ζώα, τα ψάρια και τα πουλιά.
Για τρία χρόνια, στο ζευγάρι όλα κύλησαν όπως τα περίμεναν. Φτιάξανε ένα κατάλυμα, βρήκαν νερό, γίνανε παθιασμένοι χορτοφάγοι κι έριξαν μαύρη πέτρα πίσω τους… Αμ δε. Μια μέρα είδαν ένα πλοίο ν’ αποβιβάζει τρεις επιβάτες. Κι αυτό που δεν τους χώραγε στο νου έγινε! Ήταν Γερμανοί. Παθιασμένοι κι αυτοί, με τα ίδια νατουραλιστικά ιδεώδη. Τι στο καλό. Δεν βρήκαν κάπου αλλού να πάνε; Δίπλα στο ζευγάρι, που προϋπήρχε στον κόλπο του λεγόμενου Post Office, αποφάσισαν να δημιουργήσουν τη «Νέα τους Εδέμ»! Η οικογένεια των Βίτμερς, από την Βαυαρία, που είχαν μάλιστα κι ένα παιδί που έπασχε από πολιομυελίτιδα, προσαρμόστηκε στην πραγματικότητα κι έφτιαξαν μια μικρή κοινωνία. Κι όμως η ιστορία έχει συνέχεια… Λίγο καιρό μετά, στις αρχές του 1933, αφίχθησαν ακόμη τρεις από το Παρίσι. Η Αυστριακή βαρόνη Ελόι Βάγκνερ ντε Μπουσκέ, με τους δυο εραστές της. Τους Γερμανούς Ρούντολφ Λόρεν και Ρόμπερτ Φίλιπσον. Το σκηνικό της ηρεμίας άλλαξε μονομιάς. Οι νέοι μέτοικοι είχαν μεγάλες ιδέες. Ήταν κι ο αυταρχικός χαρακτήρας της βαρόνης, που το έπαιζε ντίβα. Ήταν η ζήλια των δυο εραστών, ποιος είναι καλύτερος για την λαίδη. Ήταν και η τεμπελιά τους, που βρήκαν τους άλλους Γερμανούς χαμάληδες για να τους φροντίζουν. Το γεγονός είναι, ότι γρήγορά άλλαξε το κλίμα του αναχωρητισμού και της φυσιολατρίας, για εκείνη την παρέα, της μικρής κοινότητας.
Το 1935, ξαφνικά η βαρόνη εξαφανίζεται, μ’ ένα από τους εραστές της (τον Φίλιπσον). Ο άλλος εραστής, φεύγει μ’ ένα Νορβηγό ψαρά και λίγο αργότερα, βρίσκεται αποκεφαλισμένος, μίλια μακριά, στις Μαρκέζες της Πολυνησίας. Μετά την είδηση αυτή, ο Δρ. Ρίτερ δολοφονήθηκε στη Φλορεάνα, μάλλον(;) από την ερωμένη του Ντόρι. Στη συνέχεια βρέθηκε το πτώμα και της βαρόνης, μαζί με τον εραστή της Φίλιπσον. Η Ντόρι Στράους φεύγει στη Γερμανία. Γράφει βιβλίο, για αυτή την τραγική ιστορία.
Τελικά ο Φρίντριχ Ρίτερ, μαζί με τον Βίτμερ (τον άλλο Γερμανό οικογενειάρχη), συνεργάστηκαν στη δολοφονία της βαρόνης, που την εκτέλεσε ο της εραστής Λόρεντς (ο αποκεφαλισμένος). Η σύζυγος του Βίτμερ, Μάργκετ, αρνήθηκε τις κατηγορίες. Όμως φεύγουν κρυφά με τον άνδρα της, προς την Ταϊτή. Μετά το θάνατο του συζύγου της, επέστρεψε στα Γκαλαπάγκος κι έζησε εκεί, μέχρι το θάνατό της το 2000. H όλη η τραγωδία αποκάλυψε, ότι η βαρόνη ντε Μπόσκε, έπαιζε ερωτικά μ’ όλους τους άνδρες, σ’ εκείνη την παραλία της Φλοριάνας. Αυτοί τρελάθηκαν, με τα νυχτερινά καπρίτσια της και λησμόνησαν εκεί στα ξωτικά Γκαλαπάγκος, την οικολογία και τις ομορφιές της φύσης.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΙΧΕΛΗΣ |
|