Ήταν το πρωινό της 12ης Ιουνίου του 2007. Το ματωμένο σώμα του, από τους αλλεπάλληλους πυροβολισμούς, έκανε μια τελευταία, απέλπιδα προσπάθεια, να ξεστομίσει κάτι, στην οικιακή βοηθό του, που ‘τρεξε κατάτρομη, προς το μέρος του δραματικού συμβάντος.
«Ο κύριος Νικ, προσπάθησε να μου πει μια λέξη, αλλά δεν τα κατάφερε»… Έτσι γράφτηκε ο θλιβερός επίλογος, ενός σπουδαίου ανθρώπου, που αφιέρωσε τη ζωή του στον ακτιβισμό, για τ’ ανθρώπινα δικαιώματα και την οικολογία, στη Νότια Αφρική.
Δυστυχώς πέρασαν τρία χρόνια από τότε, αλλά εμείς εδώ στην χώρα μας, δεν πληροφορηθήκαμε τίποτε σχετικό, γιατί ακόμη και σήμερα, οι εφημερίδες, μα προπαντός οι ντόπιοι (μαύροι και λευκοί) στη Νότια Αφρική, θυμούνται με θαυμασμό, το βίο και την πολιτεία του εν λόγω συμπατριώτη μας.
Ένα πρόσφατο ταξίδι μου στη μακρινή αυτή χώρα, μ’ έφερε κοντά στις πληροφορίες για το Νικ Καρβέλα, παιδί δεύτερης γενιάς στη Νότια Αφρική, που δεν ξέχασε ποτέ τον τόπο καταγωγής του, μα προπαντός τα ιδεώδη που γεννήθηκαν στην χώρα της καταγωγής του. «Για τη δημοκρατία ζω και γι’ αυτήν θα δώσω τη ζωή μου. Δεν θα σταματήσω να στιγματίζω το άδικο, δεν θα με φιμώσουν, όποιο κι αν είναι το τέλος μου, όπως έλεγε ο Σωκράτης.». Για το περιβάλλον, για μια φλογερή ελπίδα, για ένα καλύτερο και δικαιότερο κόσμο, σύρθηκε κατηγορούμενος από την αστυνομία, επειδή όπως ανάφεραν στο κατηγορητήριο (προς τις δικαστικές αρχές), τους παρενοχλούσε στο έργο τους, για την πάταξη των ταραχοποιών. Διότι αυτός, δεν δίστασε να σταθεί αντίθετος με τις άδικες συλλήψεις μαύρων συμπολιτών του, που κατηγορήθηκαν εσκεμμένα για ταραχές. Πήγε στο δικαστήριο και κατάθεσε εναντίον της αστυνομίας! Τον κατηγόρησαν ως φίλο των τρομοκρατών. Τον άνθρωπο που βοηθάει τη βία! Τον απείλησαν. Του έστειλαν προειδοποιητικά μηνύματα, ότι δεν θα έχει καλό τέλος. Αυτός όμως δεν δείλιασε. Do it τους είπε. Είχε φτιάξει μάλιστα μια οργάνωση, ένα δίκτυο επικοινωνίας (ICD), που δέχονταν καταγγελίες, για τις βιαιοπραγίες της αστυνομίας, για την καταπάτηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων ανυπεράσπιστων πολιτών. Ακόμα και δικηγόροι, που γίνονταν συνήγοροι από την οικονομική ενίσχυση του Νικ Καρβέλα και άλλων μελών της οργάνωσης (Δημοκρατία και Αξιοπρέπεια), βοηθούσαν στο όλο έργο της προσπάθειάς του.
«Όταν ήμουνα μικρός», αναφέρει στο Jacqui Thomson συγγραφέα του βιβλίου (Αn Unpopular War, στη Νότια Αφρική), «βρέθηκα με τον πατέρα μου, μπροστά σε μια φρικτή σκηνή, που δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Ένας μικρός, περίπου στην ηλικία μου 7-8 χρονών, κάθονταν με τον πατέρα του και χάζευαν στο δρόμο. Τους πλησίασε ένα γεροδεμένος αστυνομικός και ρώτησε τον πατέρα του παιδιού, γιατί κάθονται εκεί. Γιατί δεν πάει το παιδί του στο σχολείο. Όταν λοιπόν εκείνος του απάντησε, ότι δεν έχει σχολείο για τους μαύρους, τον άρπαξε με βία του έβαλε το κεφάλι πάνω στο καπό της μηχανής του περιπολικού κι άρχισε να τον κτυπά ασταμάτητα! Αυτό με σημάδεψε για όλη μου τη ζωή και μ’ αυτή την εικόνα, αγωνίστηκα για να υπάρξει επί τέλους, ισοπολιτεία στη Νότια Αφρική».
Ο Νικ Καρβέλας, εκτός από την αστυνομική βία, πολλές φορές είχε έρθει αντιμέτωπος με τα μεγάλα συμφέροντα, που οδηγούν τους μεσίτες και κατασκευαστές, να καταπατούν με το χρήμα και την εξαγορά των συνειδήσεων, τους ελεύθερους χώρους, της περιοχής που έμενε, στο προάστιο Άλμπερτον του Γιοχάνεσμπουργκ. Επειδή συναισθάνονταν ότι η όλη δραστηριότητά του εναντίων αυτών των σπεκουλαδόρων, θα κατέληγε να του κλείσουν το στόμα, αποφάσισε να δώσει φάκελο με ενοχοποιητικά στοιχεία στην αστυνομία. Όμως επειδή δεν τους είχε όλους τους αστυνομικούς σ’ εκτίμηση, βοηθήθηκε μέσω φιλικού του προσώπου, να βρει τον πλέον έμπιστο. Λέγεται, ότι ο φάκελος τελικά δεν παραδόθηκε κι είναι ίσως ο λόγος της δολοφονίας του Νικ Καρβέλα. Γιατί όπως αναφέρει ο κηπουρός του σπιτιού, το θύμα επέστρεψε εκείνο το πρωί επισπευσμένα στο σπίτι του, πήρε ένα φάκελο και κατευθύνθηκε βιαστικά προς το αυτοκίνητό του, εκεί που του είχαν στήσει καρτέρι οι τέσσερις δράστες.
Σημειωτέον, λίγο πριν τη δολοφονία, είχε γίνει επιχείρηση κλοπής του σπιτιού του (προσπάθησαν να σπάσουν το χρηματοκιβώτιο), χωρίς επιτυχία. Στη συνέχεια προσπάθησαν να τηλεφωνήσουν στο θύμα μέσω κινητού. Αυτό το κινητό τελικά βρέθηκε (ήταν στην κατοχή ενός αποφυλακισμένου, σεσημασμένου ως εκτελεστή «συμβολαίων θανάτου») και πιστεύεται, ότι ίσως τελικά, οδηγηθεί η αστυνομία στην πλήρη αποκάλυψη των ενόχων. (Τα μόνα στοιχεία που πήραν οι δολοφόνοι φεύγοντας από τον τόπο του εγκλήματος, ήταν ο φάκελος και το κινητό του).
Όπως αναφέρει ο προσωπικός φίλος του Νικ Καρβέλα, δικηγόρος και μέλος της οργάνωσης Paul Casasola, τη μέρα της δολοφονίας, κανονικά θα έπρεπε να είχε πάει στην Πραιτόρια, για μια δίκη εις βάρος του, από ένα Έλληνα παπά, που τον κατηγορούσε για συκοφαντική δυσφήμιση και ζητούσε αποζημίωση, επειδή η ελληνική κοινότητα του Άλμπερτον και ο Καρβέλας, ενοχοποίησαν τον ιερωμένο, για υπεξαίρεση χρημάτων, από το κοινοτικό ταμείο. Τελικά ο παπάς υποχώρησε και δεν έγινε η δίκη, γι αυτό και ο Καρβέλας βρέθηκε στο Γιοχάνεσμπουργκ, που δολοφονήθηκε.
Μετά το θάνατό, ο κτηματομεσίτης και πολιτικό στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος (Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο) Neil Diamond , βγήκε με δηλώσεις του στο ραδιόφωνο και μίλησε για ένα ψεύτικο ήρωα το Νικ Καρβέλα, που προσπαθούν να τον αγιοποιήσουν οι συμπολίτες του. «Ο Καρβέλας» είπε ο Diamond «δεν ανέχτηκε ότι οι μαύροι ήρθαν στην εξουσία κι έχουν κάθε δικαίωμα στην χώρα τους. Έπαιζε τον οικολόγο, και τον υπερασπιστή των αδυνάτων, συμπαρασύροντας τον κόσμο με τη δημαγωγία του, στρεφόμενος εναντίον της οικοδομικής επέκτασης στη γειτονιά του. «Ήθελε ο Καρβέλας», αναφέρει ο Diamond, «να φτιαχτούν πάρκα για τους πολίτες, εκεί που μπορούσαν να κτιστούν ωραία σπίτια. Μάλλον δεν ήθελε να έχει πολλούς πλούσιους γείτονες στην περιοχή του».
Τις δηλώσεις αυτές, καταδίκασε το κυβερνητικό κόμμα και στάθηκε αλληλέγγυο στη μνήμη του Νικ Καρβέλα.
Ο συμπατριώτης ακτιβιστής ομογενής, ήταν δάσκαλος, όπως και η σύζυγός του Μάντυ κι άφησε πίσω του δυό παιδιά τον Αλέξανδρο 10 χρόνων και τον Αριστοτέλη 16.
Σ’ ένα σημείωμα του προς τον συγγραφέα Jacqui Thomson, αναφέρει:
«Όταν έχω μύριες σκέψεις στο μυαλό μου, όταν ανησυχώ για το μέλλον των παιδιών μου, κοιτάω τον ουρανό. Η ματιά μου καρφώνεται στο Σταυρό του Νότου. Στη μνήμη μου γυρνάει ένα ποίημα ενός συμπατριώτη μου Έλληνα. Του Νίκου Καββαδία. Αυτόν μου διάβαζε ο πατέρας μου, όταν ήμουνα μικρός. Η πατρίδα μου έλεγε, η Ελλάδα, γέννησε την ομορφιά. Τη φιλοσοφία και την ποίηση. Κανένας άλλος τόπος δεν μυρίζει τόσο πολύ θυμάρι. Δύσκολα να βρεις αλλού θάλασσα, σαν το Αιγαίο».
Μιχάλης Μιχελής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.