|
|
Γιάννης ΣΠΙΛΑΝΗΣ
Δρ.Οικονομολόγος-Περιφερειολόγος - Διδάσκων - Ερευνητής
|
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Δύο γεγονότα έφεραν και πάλι στην επικαιρότητα το θέμα της ανάπτυξης των νησιών. Από τη μιά πλευρά σε καθαρά εθνικό επίπεδο οι συνεχείς και εντεινόμενες προκλήσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο καθιστούν όλο και περισσότερο αναγκαία την οικονομική, δημογραφική και πολιτιστική θωράκιση των νησιών. Από την άλλη πλευρά, η Διακυβερνητική Διάσκεψη θεωρήθηκε από την Ελληνική Κυβέρνηση ως μια ευκαιρία να τεθεί το αναπτυξιακό θέμα των νησιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο με τη πρόβλεψη σχετικής διάταξης στη νέα συνθήκη που θα προκύψει από την αναθεώρηση της Συνθήκης του Maastricht (Παράρτημα 1). Η διάταξη αυτή - εφόσον υιοθετηθεί - θα δημιουργήσει το νομικό εκείνο έρεισμα που είναι απαραίτητο για οποιαδήποτε κοινοτική πολιτική. Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί προσπάθεια να παρουσιαστούν οι λόγοι που καθιστούν αναγκαία την ύπαρξη μιας ευρωπαϊκής πολιτικής νησιών, τους στόχους και το περιεχόμενο της. Η λογική με την οποία έχει γραφεί το κείμενο που ακολουθεί, δεν είναι η συνήθως χρησιμοποιούμενη, δηλαδή της επίκλησης της υπανάπτυξης των νησιών και κατά συνέπεια της ανάγκης συνεχούς μεταφοράς πόρων με τη μορφή "κοινωνικής βοήθειας" προς ένα σύνολο που δεν μπορεί να δημιουργήσει της προϋποθέσεις ανάπτυξης του, ως κυρίαρχο στοιχείο μιας πολιτικής νησιών. Αντίθετα παρουσιάζονται οι ιδιαιτερότητες του νησιωτικού χώρου, οι λόγοι που οδήγησαν στη κατάσταση υπανάπτυξης, οι δυνατότητες που παρουσιάζονται σήμερα και η αναγκαιότητα εφαρμογής ειδικής πολιτικής όπου με τη βοήθεια ενός ειδικού θεσμικού πλαισίου τα νησιά θα μπορέσουν να βρουν τον αναπτυξιακό τους δρόμο μέσα στη διευρυνόμενη Ευρωπαϊκή Ενωση. Οι διεκδικήσεις των νησιών δεν θα πρέπει να εστιαστούν στην εξασφάλιση αυξημένης ροής πόρων προς αυτά, διότι μπορεί να απαντηθεί με αρκετά πειστικά επιχειρήματα ότι τα νησιά καλύπτονται επαρκώς από τα διαρθρωτικά ταμεία και από τις άλλες χρηματοδοτικές παρεμβάσεις της ΕΕ. Βασικό επιχείρημα υπέρ των νησιωτικών περιοχών είναι το γεγονός ότι δεν είναι δυνατόν η ΕΕ "να μεταχειρίζεται με διαφορετικό τρόπο παρόμοιες καταστάσεις αλλά ούτε διαφορετικές καταστάσεις με παρόμοιο τρόπο" καθόσον όπως αποφάσισε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (Απόφαση της 23/1/83, υπόθεση 08/82), διότι αυτό αποτελεί πρακτική αρνητικής διάκρισης (pratique discriminatoire). Στη προκειμένη περίπτωση αποτελεί διάκριση σε βάρος των νησιών η προσπάθεια εφαρμογής των ίδιων κανόνων σε περιοχές με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Είναι λοιπόν αναγκαία η εφαρμογή διαφορετικών κανόνων σε μια σειρά από πολιτικές κρίσιμες για τα νησιά (όπως πχ. ενεργειακή, μεταφορών, ανταγωνισμού, γεωργίας κλπ), έτσι ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι διάφορες περιοχές της ΕΕ και οι επιχειρήσεις τους ανταγωνίζονται περίπου με τους ίδιους όρους για να φτάσουν στο κοινό στόχο που είναι η οικονομική και κοινωνική σύγκλιση (άρθρο 130 της συνθήκης του Maastricht) και γενικότερα η αειφόρος ανάπτυξη. Επομένως αυτό που πρέπει να εξασφαλιστεί από την ΕΕ είναι να εφαρμοστούν οι κατάλληλες διαφοροποιήσεις στις επιμέρους πολιτικές και να δοθούν τα κατάλληλα μέσα σε κάθε περιοχή που αντιμετωπίζει προβλήματα, ώστε να μπορέσει να συγκλίνει προς το μέσο κοινοτικό επίπεδο ανάπτυξης κινητοποιώντας το δυναμικό της και όχι για τη διαμόρφωση μιας τεχνητής - και υψηλού κόστους - υποστήριξης ενός ανεκτού βιοτικού επιπέδου. Πριν προχωρήσουμε στο περιεχόμενο της προτεινόμενης πολιτικής, θεωρούμε σκόπιμο να παρουσιάσουμε στοιχεία που αφορούν τα ευρωπαϊκά νησιά και τις ιδιαιτερότητες τους.
ΜΕΡΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Ως νησί θεωρείται κάθε τμήμα γής που περιβάλλεται από θάλασσα. H ΕUROSTAT (European Commission, 1994), στοχεύοντας σε ένα στατιστικό ορισμό με κοινωνικο-οικονομική σημασία, θεώρησε ότι ένα νησί πρέπει επιπλέον να: - έχει μόνιμο πληθυσμό - μην έχει σταθερή σύνδεση με τη ξηρά - μην περιλαμβάνει πρωτεύουσα κράτους Με βάση τον παραπάνω ορισμό υπάρχουν περίπου 450 νησιά στην ΕΕ που καλύπτουν το 4,5% του εδάφους. Σ' αυτά δεν περιλαμβάνονται οι υπερπόντιες κτήσεις καθώς και τα βρετανικά νησιά που δεν αποτελούν κοινοτικό έδαφος. Μόνο τρεις χώρες της ΕΕ, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και η Αυστρία δεν έχουν νησιά. Με βάση τον παραπάνω ορισμό στην έννοια του νησιού συμπεριλαμβάνονται γεωγραφικές ενότητες με έκταση που κυμαίνεται από 25.700 τετρ.χ (Σικελία) μέχρι και λιγότερο από 1 τετρ.χ, που έχουν πληθυσμό πολλών δεκάδων χιλιάδων αλλά και μερικών δεκάδων, που απέχουν λιγότερο από ένα χιλιόμετρο από την ηπειρωτική Ευρώπη αλλά και μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα. Από διοικητικής πλευράς υπάρχουν, από τη μια πλευρά 16 περιφέρειες (Nuts Ι & II) αμιγώς νησιωτικές και από την άλλη μεγάλος αριθμός μικρών παράκτιων νησιών από τα οποία ορισμένα δεν αποτελούν ούτε αυτόνομη διοικητική μονάδα (πχ. πολλά νησιά της Βρετάνης). Αφήνοντας στην άκρη εκείνα τα νησιά στα οποία είναι εγκατεστημένη η πρωτεύουσα κράτους μέλους πχ. "ηπειρωτικό" Ηνωμένο Βασίλειο/Λονδίνο, Ιρλανδία/Δουβλίνο, Sjaelland/Κοπενχάγη, σχεδόν 13 εκατομμύρια πολίτες της Ευρωπαικής Ενωσης ζούν σήμερα σε μιά από τις 20 νησιωτικές περιφέρειες ή στα πολυάριθμα παράκτια νησιά που είναι κατάσπαρτα στα παράλια των χωρών της ΕΕ. Διαμέσου των νησιών της, η ΕΕ προσεγγίζει πολλές θάλασσες και ωκεανούς του κόσμου: τη Βαλτική, τη Βόρεια θάλασσα, τη Μεσόγειο, τον Ατλαντικό, τη Καραϊβική και τον Ινδικό ωκεανό. Αν και η βαρύτητα των νησιών στην Ευρωπαϊκή Ενωση είναι σχετικά μικρή σε όρους πληθυσμού και επιφάνειας, ωστόσο δεν είναι ασήμαντη εξετάζοντας την από πολλές άλλες σκοπιές. Πράγματι διαμέσου των νησιών τους ορισμένα κράτη μέλη ελέγχουν τεράστιες θαλάσσιες ζώνες με σημαντικά αποθέματα αλιείας και πετρελαίου. Τα νησιά αποτελούν επίσης πλεονεκτήματα για τον ευρωπαϊκό τουρισμό, παράγουν πολλά αγαθά ειδικού ενδιαφέροντος, ενώ παράλληλα διαθέτουν πλούσια φυσικά οικοσυστήματα με αξιόλογα ενδημικά είδη και σημαντικά πολιτιστικά στοιχεία - που δημιουργήθηκαν μέσα στη μακραίωνα ιστορία τους - συμβάλλοντας με το τρόπο αυτό στη ποικιλομορφία και την ισόρροπη ανάπτυξη του ευρωπαϊκού χώρου. Σε πολλές περιπτώσεις τα νησιά αποτελούν όχι μόνο τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ αλλά τις προφυλακές της ανά το κόσμο, παρέχοντας της στρατηγικές θέσεις για την ανάπτυξη εμπορικών σχέσεων με τρίτες χώρες, τη προστασία των θαλάσσιων και εναέριων μεταφορών ή ακόμα και για την ίδια της την ασφάλεια. Ομως για να μπορέσουν τα νησιά να συνεχίσουν να διαδραματίζουν το ρόλο τους αυτό με όλο και μεγαλύτερη επιτυχία και αποτελεσματικότητα στο πλαίσιο της διευρυνόμενης ΕΕ, είναι απαραίτητο να βρίσκονται σε μια συνεχή αναπτυξιακή διαδικασία. Είναι όμως γεγονός αναμφισβήτητο ότι τα νησιά συμπεριλαμβάνονται μεταξύ των λιγότερο αναπτυγμένων περιφερειών της ΕΕ. Πράγματι εξετάζοντας τους δείκτες που αφορούν το κατά κεφαλή ακαθάριστο προϊόν και τη διάρθρωση του ανά τομέα, τη δημογραφία, το επίπεδο εκπαίδευσης των κατοίκων, την απασχόληση, τη παραγωγικότητα, το επενδεδυμένο κεφάλαιο, τη πραγματοποιούμενη έρευνα, κλπ - δηλαδή τους δείκτες που αναφέρονται στην ανταγωνιστικότητα και τη δυναμικότητα των οικονομιών - διαπιστώνει κανείς ότι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, τα νησιά παρουσιάζουν σημαντικές αποκλίσεις από τις ηπειρωτικές περιφέρειες και ειδικοτέρα τις πιό δυναμικές από αυτές. Αυτή η οικονομική κατάσταση που διαρκεί αρκετές δεκαετίες τώρα, αποτελεί ταυτόχρονα αιτία και αποτέλεσμα μιας σειράς φαινομένων όπως η αποδιάρθρωση του τοπικού παραγωγικού ιστού, η δημογραφική και κοινωνική αποσταθεροποίηση, ο πολιτιστικός μαρασμός, η τεχνολογική και οικονομική εξάρτηση κλπ δημιουργώντας ένα φαύλο κύκλο υπανάπτυξης. Επομένως γίνεται σαφές ότι δεν πρόκειται για προβλήματα συγκυριακής φύσης, αλλά για δομικά προβλήματα. Κατά συνέπεια οι πολιτικές που θα εφαρμοστούν για να είναι αποτελεσματικές θα πρέπει να έχουν ως στόχο τη διόρθωση των γενεσιουργών αιτίων του προβλήματος και όχι των επιφαινομένων του.
Πίνακας 1 - Το κατά κεφαλή ΑΕΠ στις νησιωτικές περιφέρειες της ΕΕ
Νησιωτικές περιφέρειες | Πληθυσμός 1993 | Κατά κεφαλή ΑΕΠ 1993 (ΜΑΔ) | Κατά κεφαλή ΑΕΠ 1993 (ΕΕ15=100) |
Ιόνια Νησιά (Ε) |
195
|
8745
|
55
|
Βόρειο Αιγαίο (Ε) |
188
|
7800
|
49
|
Νότιο Αιγαίο (Ε) |
260
|
9815
|
62
|
Κρήτη (Ε) |
548
|
8922
|
56
|
Balears (Ισπ) |
730
|
15699
|
99
|
Canarias (Ισπ) |
1526
|
11990
|
76
|
Corse (Γ) |
252
|
12328
|
78
|
Gouadeloupe (Γ) |
402
|
7343
|
39
|
Martinique (Γ) |
366
|
8221
|
54
|
Reunion (Γ) |
612
|
7426
|
49
|
Sicilia (Ι) |
5097
|
11302
|
71
|
Sardegna (Ι) |
1685
|
12253
|
77
|
Acores (Π) |
239
|
6679
|
42
|
Madeira (Π) |
255
|
7120
|
45
|
Aland (Φ) |
25
|
19992
|
126
|
Πηγή: EUROSTAT, Per capita GDP in the European Union's regions, Statistics in focus, 1/96
ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΝΗΣΙΩΤΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ Οι νησιωτικές περιφέρειες χαρακτηρίζονται στα κείμενα των διαφόρων οργάνων της ΕΕ ως περιφερειακές - εξ αιτίας της μεγάλης απόστασης τους από τα μεγάλα οικονομικά κέντρα της ηπειρωτικής Ευρώπης -, ως περιθωριακές - εξ αιτίας του δευτερεύοντος ρόλου που διαδραματίζουν σήμερα στις οικονομικές, πολιτικές, πολιτιστικές και τεχνολογικές εξελίξεις -, και ακόμη ως μειονεκτικές θεωρώντας ότι οι ιδιαιτερότητες τους αποτελούν καθοριστικό και ανυπέρβλητο εμπόδιο σε ότι αφορά την αναπτυξιακή τους εξέλιξη. Παρά τις διαφορές που παρουσιάζουν μεταξύ τους, τα νησιά έχουν ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που συνθέτουν τη ταυτότητα τους, και τα διακρίνουν σαφώς από τις άλλες συνήθως αναφερόμενες ως προβληματικές περιοχές, όπως τις αγροτικές, τις παράκτιες, τις ορεινές. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των νησιών μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις κατηγορίες (Σπιλάνης, 1993): α) το μικρό μέγεθος τόσο σχετικά με την έκταση, όσο και με το πληθυσμό. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα μικρά νησιά, αλλά και για τα μεγαλύτερα συγκρινόμενα με την ηπειρωτική χώρα. Με βάση το χαρακτηριστικό αυτό τα νησιά έχουν: ι) περιορισμένη ποικιλία και ποσότητα πρώτων υλών μειώνοντας έτσι τις δυνατότητες για παραγωγικές δραστηριότητες ιδιαίτερα μεγάλης κλίμακας και ιι) περιορισμένη φέρουσα ικανότητα από φυσική, οικονομική και κοινωνική πλευρά, "αποζητώντας" δραστηριότητες μικρής κλίμακας με μεγάλη διαφοροποίηση στη προσπάθεια για τη διατήρηση της ισορροπίας. Η ευαίσθητη περιβαλλοντική ισορροπία που χαρακτηρίζει τα νησιωτικά οικοσυστήματα, σε συνδυασμό με την έλλειψη άφθονων φυσικών πόρων και ενδοχώρας, καθιστά επικίνδυνη για την οικολογική τους ισορροπία τη μονομερή ανάπτυξη που θα είχε ως αποτέλεσμα την εντατική χρήση ορισμένων φυσικών πόρων (πχ. νερό, έδαφος), ενώ θα αλλοίωνε ένα βασικό χαρακτηριστικό στοιχείο του νησιωτικού φυσικού οικοσυστήματος που είναι η ποικιλομορφία και η μικρή κλίμακα. Η ύπαρξη μικρής τοπικής αγοράς σχετικά απομονωμένης είχε και έχει ακόμη και σήμερα ανάγκη από την ανάπτυξη πολλών και ποικίλων δραστηριοτήτων και αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων μεγάλης κλίμακας όπως απαιτεί το σύγχρονο μοντέλο ανάπτυξης. Παράλληλα η ποικιλία είναι απαραίτητη για να υπάρχει ευσταθής ισορροπία στη τοπική οικονομία, δεδομένων των κινδύνων που συνεπάγεται μακροπρόθεσμα η εξειδίκευση σε μία βασική δραστηριότητα. Τέλος η μονοκαλλιέργεια έχει έντονες επιπτώσεις, συχνά αρνητικές, και στο κοινωνικό ιστό του νησιού (βλέπε επιπτώσεις από πχ. τουρισμό, ναυτιλία). β. τη περιφερειακότητα και την απομόνωση. Στο στοιχείο της περιφερειακότητας, που χαρακτηρίζει τη μεγάλη πλειοψηφία των νησιών, προστίθεται και εκείνο της φυσικής τους απομόνωσης εξ αιτίας της ασυνέχειας του χώρου. Στη περίπτωση των νησιωτικών συμπλεγμάτων παρατηρείται το φαινόμενο της "διπλής νησιωτικότητας" των μικρότερων νησιών που κινούνται ως δορυφόροι των μεγαλύτερων στη πληθώρα των ευρωπαϊκών αρχιπελάγων (πχ. Azores, Canaria, Κυκλάδες, Δωδεκάνησα, Balears). Ο συνδυασμός των παραπάνω συνεπάγεται αυξημένο κόστος που εκφράζεται ως:
- κόστος χρηματικό τόσο σε ότι αφορά τη λειτουργία των επιχειρήσεων και σε ότι αφορά τη διαβίωση των κατοίκων. Αυτό οφείλεται κύρια στο αυξημένο μεταφορικό κόστος που συνεπάγεται η μεταφόρτωση και η χρήση πολλαπλών μεταφορικών μέσων, καθώς και η ασυνεχής ροή των μεταφορικών μέσων λόγω της παρεμβολής της θάλασσας που επιβάλλει αυξημένα αποθέματα. Τέλος η αδυναμία δημιουργίας οικονομιών κλίμακας και συγκέντρωσης, λόγω του κατακερματισμού του χώρου, έχει ως αποτέλεσμα αυξημένες τιμές στα παραγόμενα και προσφερόμενα αγαθά και υπηρεσίες.
- κόστος απόκτησης έργων και υπηρεσιών υποδομής εξ αιτίας των αρνητικών οικονομιών κλίμακας που δημιουργούνται. Η φυσική διάσπαση του χώρου δημιουργεί την ανάγκη για ύπαρξη σε κάθε νησί, όλων των βασικών τουλάχιστον υποδομών και υπηρεσιών που είναι αναγκαίες για την επιβίωση τους σε επίπεδο ανάλογο με εκείνο των άλλων περιοχών (πχ. παραγωγή ενέργειας, βασικές υπηρεσίες μεταφορών και επικοινωνιών, εκπαίδευση, υγεία) αλλά και εκείνων που είναι απαραίτητες για την οικονομική και κοινωνική τους ανάπτυξη (πχ. επαγγελματική κατάρτιση, τραπεζικές υπηρεσίες, σύγχρονες τηλεπικοινωνίες, πολιτιστικές υποδομές και υπηρεσίες κλπ) σε κάθε νησί ακόμη και αν ο αριθμός των κατοίκων δεν το δικαιολογεί, δεδομένης της αδυναμίας ουσιαστικής εξυπηρέτησης από τις υποδομές που υπάρχουν σε γειτονικά νησιά ή στην ηπειρωτική χώρα.
- κόστος ευκαιριών γιατί μπορεί κανείς να επωφεληθεί λιγότερο από τις ευκαιρίες που προσαρμόζονται στον οικονομικό αλλά και στους άλλους τομείς.
- κόστος ενημέρωσης, γιατί η ενημέρωση φτάνει με καθυστέρηση στις απομακρυσμένες περιοχές και επιπλέον χρειάζεται μεγαλύτερο κόστος ιδιαίτερα για την απόκτηση εξειδικευμένης πληροφόρησης.
γ. ιδιαίτερες πολιτιστικές αξίες και βιωματική ταυτότητα που έχουν επηρεαστεί από την ιδιαιτερότητα του νησιού - η νησιωτικότητα (Codaccioni 1989, Vernikos 1990) - που δημιουργεί ένα "κλίμα" μέσα στο οποίο διαπλάθεται ο νησιώτης και που επηρεάζει πολύ το τρόπο σκέψης και δράσης του, καθώς και ιδιόμορφο, πλούσιο αλλά και εύθραυστο περιβάλλον που έχει ανάγκη ιδιαίτερης διαχείρισης μέσα στη λογική της αειφόρου ανάπτυξης Αποτελούν οι ιδιαιτερότητες που αναπτύξαμε παραπάνω "μειονεξίες" μόνιμες και μη ανατρέψιμες, παράγοντες ακυρωτικοί μιας αναπτυξιακής διαδικασίας όπως συχνά αναφέρονται; Θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι πολλά από τα νησιά που σήμερα χαρακτηρίζονται ως υπανάπτυκτα υπήρξαν σε παλαιότερες εποχές σημαντικά κέντρα ανάπτυξης και λίκνα πολιτισμού. Η νησιωτικότητα δεν μπορεί κατά συνέπεια να θεωρηθεί apriori συνώνυμο της υπανάπτυξης, ούτε τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά των νησιωτικών πολιτισμών, που έχουν αφήσει απτά στοιχεία δημιουργικότητας, πρωτοβουλίας και φαντασίας, ως αίτια της καθυστέρησης ή της ματαίωσης της αναπτυξιακής διαδικασίας. Ομως οι ιδιαιτερότητες αυτές έρχονται σε αντίθεση με τα βασικά χαρακτηριστικά του κυρίαρχου μοντέλου ανάπτυξης που χαρακτηρίζεται από οικονομίες κλίμακας (ομοιόμορφη παραγωγή μεγάλης κλίμακας και χαμηλού κόστους), οικονομίες συγκέντρωσης (αστικοποίηση) και οικονομική αποτελεσματικότητα (Sophoulis - Spilanis 1993). Η έλλειψη πόρων σε μεγάλη ποσότητα που θα μπορούσε να είναι αντικείμενο μαζικής παραγωγής ικανής να ανταγωνιστεί παρόμοια προϊόντα που παράγονται στην ηπειρωτική χώρα τους δημιουργεί ένα σοβαρό μειονέκτημα. Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής - σε συνδυασμό με τις σημαντικές αλλαγές που σημειώθηκαν στις μεταφορές (μείωση του ρόλου των θαλάσσιων μεταφορών και διαφοροποίηση των θαλάσσιων δρόμων) - είναι η περιθωριοποίηση των νησιών (Spilanis, 1993). Η ανατρεψιμότητα ή μη των "μειονεξιών" εξαρτάται από την οπτική γωνιά που εξετάζεται το αναπτυξιακό ζήτημα. Αναλύοντας ιστορικά την εξέλιξη της αναπτυξιακής πορείας των νησιών βλέπουμε ότι η επικράτηση της οικονομίας της αγοράς και του συγκεκριμένου μοντέλου ανάπτυξης που χαρακτηρίζεται από ομοιόμορφη παραγωγή μεγάλης κλίμακας, οικονομίες συγκέντρωσης, οικονομική αποτελεσματικότητα και άριστη κατανομή των πόρων, οδήγησε στην περιθωριοποίηση τους. Πράγματι τα βασικά χαρακτηριστικά του αναπτυξιακού μοντέλου του 20ου αιώνα έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τα χαρακτηριστικά των νησιών όπως τα αναλύσαμε προηγούμενα. Η περιθωριοποίηση των νησιών που είναι ταυτόχρονα οικονομική, δημογραφική, τεχνολογική, πολιτιστική και πολιτική είχε ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση της παραγωγικής βάσης των νησιών, την απροθυμία κράτους και ιδιωτών να επενδύσουν εξ αιτίας της χαμηλής παραγωγικότητας, την εγκατάλειψη των νησιών από τα πλέον παραγωγικό ανθρώπινο δυναμικό. Η περιθωριοποίηση τους είχε ως επακόλουθο αρνητικές επιπτώσεις σε όλους τους τομείς, οδηγώντας τα νησιά στο καθεστώς υπανάπτυξης που γνωρίζουν σήμερα. Οι επιπτώσεις αυτές - εξ αιτίας της έντασης και της γενίκευσης τους σε όλους τους νησιωτικούς χώρους - ενεδύθησαν τη μορφή εγγενών και αναλλοίωτων χαρακτηριστικών των νησιών (που συχνά αποδίδονται ως φυσικές μη ανατρέψιμες μειονεξίες), ενώ αποτελούν τις δευτερογενείς επιπτώσεις από την εφαρμογή του συγκεκριμένου μοντέλου ανάπτυξης. Η κατάσταση αυτή είναι ανατρέψιμη, εφόσον μεταβληθεί το πλαίσιο που τη δημιούργησε. Το γεγονός ότι, δεν θεωρούμε τις ιδιαιτερότητες των νησιών ως μειονεξίες και σταθερούς ακυρωτικούς παράγοντες κάθε αναπτυξιακής διαδικασίας, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των νησιών. Υπάρχουν, όπως και εκείνα των αστικών, των ορεινών, των αγροτικών, των παράκτιων περιοχών και ως τέτοια πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στις εφαρμοζόμενες πολιτικές, έτσι ώστε οι τελευταίες να συμβάλλουν αποτελεσματικά στο κοινό στόχο που είναι η ολοκληρωμένη και βιώσιμη ανάπτυξη. Αλλωστε οι ειδικές παρεμβάσεις της ΕΕ με προγράμματα για τις αστικές, τις αγροτικές και τις υπερ-περιφερειακές περιοχές υποδηλώνει όχι έχει κατανοητή η ανάγκη για διαφοροποιημένη προσέγγιση χώρων με διαφορετικά χαρακτηριστικά.
ΟΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥ ΝΗΣΙΩΤΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ Ομως αν και μέχρι σήμερα δεν έχουν ανατραπεί οι βασικές αρχές του μοντέλου που κυριάρχησε από τη δεκαετία του '20 μέχρι τη δεκαετία του '70, έχουν επέλθει σημαντικές αλλαγές που επηρεάζουν τις δυνατότητες ανάπτυξης των νησιών (Σπιλάνης, 1995). Μεταξύ των άλλων θα πρέπει να αναφέρουμε: - τις τεχνολογικές αλλαγές που επιτρέπουν να επανεκτιμηθεί η βαρύτητα αρχών όπως οι οικονομίες κλίμακας και οι οικονομίες συγκέντρωσης όσον αφορά στην οργάνωση του χώρου και της παραγωγικής διαδικασίας. Η εφαρμογή των νέων τεχνολογιών στους τομείς των επικοινωνιών και της πληροφόρησης δεν καθιστούν αναγκαία τη φυσική παρουσία στο χώρο των δρώμενων (πχ. τηλεδιάσκεψη, τηλεεργασία), χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υποκαθίσταται πλήρως η συνεύρεση των ανθρώπων. Η εφαρμογή τους στο τομέα της παραγωγής αναβαθμίζει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (που μπορούν πιό εύκολα να ενσωματωθούν στο παραγωγικό ιστό μιας περιφερειακής και μικρής κλίμακας οικονομίας) και τους επιτρέπει να προβάλουν σαν φορείς που ενσωματώνουν γρήγορα τις νέες τεχνολογίες και τα μηνύματα της αγοράς, ενώ παράλληλα δημιουργούν θέσεις εργασίας υποκαθιστώντας στο ρόλο αυτό τις μεγάλες επιχειρήσεις. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις μπορούν μέσα στο νέο καθεστώς της ευέλικτης συσσώρευσης να αποτελέσουν τη κινητήρια δύναμη των περιφερειών προς μιά νέα αναπτυξιακή διαδικασία. - τις άλλες τεχνολογικές αλλαγές (ανάπτυξη νέων μορφών ενέργειας, τεχνολογίες μερικής υποκατάστασης φυσικών πόρων, πρόοδος στο τομέα των μεταφορών κλπ) που περιορίζουν τις επιπτώσεις που προέρχονται από το μικρό μέγεθος και την απομόνωση των νησιών. - το κυρίαρχο ρόλο που διαδραματίζουν σήμερα οι υπηρεσίες στο σχηματισμό του εθνικού πλούτου γεγονός που απελευθερώνει τα νησιά από τους περιορισμούς που επιβάλλει η έλλειψη επαρκών φυσικών πόρων, η μικρή φέρουσα ικανότητα τους αλλά και ακόμη η μικρή τοπική αγορά (αφού η παραγωγή των υπηρεσιών επηρεάζεται λιγότερο από το κόστος που επιβάλλει η απόσταση). - τις αλλαγές που καταγράφονται σχετικά με τις ανθρώπινες επιδιώξεις υπέρ ποιοτικών στόχων όπως η διατήρηση της ποιότητας του περιβάλλοντος, η προτίμηση για προϊόντα "υγιεινά", μη μαζικής παραγωγής και υψηλής ποιότητας, η διάθεση προσέγγισης τοπικών πολιτισμών, η βελτίωση του πλαισίου της καθημερινής ζωής με στροφή προς τις μικρές κλίμακες. Τα φαινόμενα αυτά χαρακτηρίζουν συχνά τις μικρές και απομονωμένες νησιωτικές κοινωνίες δημιουργώντας ανάλογα πλεονεκτήματα. - την αυξανόμενη ζήτηση που εκφράζουν εργαζόμενοι με υψηλό επίπεδο εξειδίκευσης και ανώτερες διοικητικές θέσεις (τα "λευκά κολάρα" όπως πχ. ερευνητές, ανώτερα στελέχη επιχειρήσεων, managers κλπ) για εγκατάσταση τους σε χώρους με υψηλής ποιότητας φυσικό και δομημένο περιβάλλον αλλά και υψηλή ποιότητα παρεχόμενων υπηρεσιών. Το παραπάνω πρέπει να εξεταστεί σε συνδυασμό με το γεγονός ότι τα νησιά αποτελούν χώρους με ιδιαίτερο ερευνητικό ενδιαφέρον εξ αιτίας της πολυπλοκότητας των συστημάτων τους (φυσικών και ανθρώπινων) που συνδυάζεται με τη μικρή κλίμακα και τον σαφώς ορισμένο χώρο. - την συνεχώς αυξανόμενη βαρύτητα που έχει στον οικονομικό τομέα ο ελεύθερος χρόνος και οι δραστηριότητες που συνδέονται με αυτόν. - την ενίσχυση του περιφερειακού και τοπικού επιπέδου ως του κατάλληλου επιπέδου λήψης αποφάσεων για τη ρύθμιση των ανισορροπιών της αγοράς με στόχο την αποτελεσματικότερη διαχείριση των τοπικών προβλημάτων, υποκαθιστώντας στο ρόλο αυτό το κεντρικό κράτος, γεγονός που λειτουργεί σαν αντίβαρο στη διεθνοποίηση των οικονομιών. Από όσα αναφέραμε παραπάνω μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το περιβάλλον μέσα στο οποίο εξελίσσονται τα νησιά έχει μεταβληθεί σημαντικά και συνεχίζει να μεταβάλλεται με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη τους. Ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των νησιών, που μέχρι τώρα εθεωρούντο σαν φυσικά μη αναστρέψιμα μειονεκτήματα και κατά συνέπεια σαν εμπόδια στην ανάπτυξη, μεταβάλλονται σε πλεονεκτήματα ή "ουδετεροποιούνται". Πολλά από τα νησιά φαίνεται να διαθέτουν σε αφθονία αρκετούς από τους "πόρους" εκείνους που επιθυμεί να "καταναλώσει" ο σημερινός κάτοικος των αναπτυγμένων χωρών, δημιουργώντας με το τρόπο αυτό και αντίστοιχα συγκριτικά πλεονεκτήματα. Το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο οι "θεωρητικές" δυνατότητες για αυτόνομη αναπτυξιακή διαδικασία που έχουν δημιουργηθεί μπορούν να αξιοποιηθούν από τις νησιωτικές περιοχές και κάτω από ποιες προϋποθέσεις. Αποτελεί η διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης όπως αυτή λειτουργεί σήμερα το κατάλληλο πλαίσιο;
Η ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΖΟΜΕΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ Η αντιμετώπιση του αναπτυξιακού προβλήματος των νησιών - κυρίως σε επίπεδο εθνικών κρατών - συνολικά μαζί με εκείνο των υπόλοιπων υπανάπτυκτων περιοχών, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιομορφίες τους, είχε ως συνέπεια οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν να είναι αναποτελεσματικές. Η μη διαφοροποίηση των αναπτυξιακών στόχων και των χρησιμοποιούμενων μέσων (κλαδικές πολιτικές και μεταφορά κεφαλαίων με τη μορφή υποδομών και μεταβιβάσεις εισοδημάτων) με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής, αλλά αντίθετα η υιοθέτηση των κοινών προτύπων της αστικής - βιομηχανικής ανάπτυξης δεν θα μπορούσε να προσφέρει λύσεις στα νησιά. Τα τελευταία δεν αποτελούν χώρους που θα μπορούσαν να προσελκύσουν δραστηριότητες ανταγωνιστικά προς τις άλλες περιοχές, κυρίως τις αστικές, μέσα στο συγκεκριμένο μοντέλο ανάπτυξης. Το ίδιο παρατηρείται σήμερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μπροστά στη νέα κατάσταση που διαμορφώνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο με τη εφαρμογή της ΟΝΕ, τα νησιά, όπως και οι υπόλοιπες καθυστερημένες περιφέρειες αναμένεται να βρεθούν σε ακόμη δυσμενέστερη θέση από πριν, όπως έδειξαν οι σχετικές μελέτες της ΕΕ (Επιτροπή Ε.Κ. 1991:67-72) και υποστηρίζει η πλειοψηφία των ερευνητών (Χατζημιχάλης, 1996). Η αναμενόμενη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης προς τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης θα ισχυροποιήσει αυτή τη τάση. Αλλωστε η σημαντική ενίσχυση των διαρθρωτικών ταμείων για τη περίοδο 1994-99 έγινε έτσι ώστε να εμποδιστεί η διεύρυνση της απόκλισης μεταξύ αναπτυγμένων και μη περιοχών. Ομως οι παρεμβάσεις αυτές δεν φαίνεται να αρκούν ώστε να βάλουν τις περιφέρειες αυτές και τα νησιά ειδικότερα σε μια αναπτυξιακή διαδικασία. Η προσπάθεια να υπάρξουν ίδιοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ μητροπολιτικών και νησιωτικών περιοχών στη λογική της ενοποίησης της εσωτερικής αγοράς, με τη κατάργηση των ειδικών καθεστώτων που ίσχυαν για διάφορες νησιωτικές περιοχές (πχ. ειδικά φορολογικά καθεστώτα, ενισχύσεις στη τοπική βιομηχανία), η μείωση της προστασίας ζωτικών τομέων της οικονομίας τους (πχ. μεσογειακή και τροπική γεωργία, παραδοσιακή βιομηχανία) στη βάση της αρχής του ανταγωνισμού και της περιστολής δαπανών κλπ, δείχνει να αγνοούνται παράμετροι όπως οι συνθήκες κάτω από τις οποίες λειτουργούν μικρές και απομακρυσμένες περιοχές (συνθήκες ατελούς λειτουργίας της αγοράς, υψηλό κόστος μεταφορών και επικοινωνιών κλπ), την ισχύ των δυνάμεων της αγοράς όταν λειτουργούν ελεύθερα και το ειδικό βάρος του "παρελθόντος" που οφείλεται στη συσσώρευση κεφαλαίων, ανθρώπων, υποδομών και τεχνογνωσίας στις κεντρικές περιοχές. Θα μπορούσαμε μάλιστα να υποστηρίξουμε ότι για τις νησιωτικές περιοχές αυτή καθ'αυτή η έννοια της ενιαίας αγοράς έρχεται σε αντίθεση με τα χαρακτηριστικά των νησιών, όπου στη πράξη κυριαρχεί ο κατακερματισμός της. Παράλληλα, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η προσδοκώμενη από την ενοποίηση επιτάχυνση της αύξησης του ευρωπαϊκού ΑΕΠ θα ωφελήσει τις λιγότερο αναπτυγμένες περιοχές έτσι ώστε να μειώσουν την απόσταση τους από τις ισχυρές περιφέρειες. Η ίδια η Επιτροπή της ΕΕ έχει αναφερθεί αόριστα σε μακροχρόνια βελτίωση που θα σημειωθεί από τη αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού, τη βελτίωση σε ότι αφορά το ανθρώπινο δυναμικό και το επενδυμένο κεφάλαιο, την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων που θα αποκαλυφθούν. Αντίθετα, η επιβαλλόμενη αναδιάρθρωση των παραγωγικών δραστηριοτήτων από την ενοποίηση της αγοράς θα περιορίσει τη παραγωγική βάση των νησιών και κατά συνέπεια θα αυξήσει την ανεργία έστω βραχυπρόθεσμα. Επιπλέον αναμένεται να αυξηθεί η άμεση ή έμμεση εξάρτηση των μεγάλων και δυναμικών τοπικών επιχειρήσεων από εκείνες του κέντρου και η τεχνολογική εξάρτηση των νησιών. Τέλος η μείωση της προστασίας της ευρωπαϊκής αγοράς που σημειώνεται στις διεθνείς διαπραγματεύσεις αφορά κύρια τους τομείς στους οποίους έχουν εξειδικευθεί τα νησιά στο πλαίσιο του διεθνούς καταμερισμού εργασίας (γεωργία, παραδοσιακή βιομηχανία) εκτός του τουρισμού. Ταυτόχρονα δεν δίνεται η δυνατότητα στα νησιά να δημιουργήσουν νέα ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα που θα τους επιτρέψουν να συμμετάσχουν δυναμικά και ανταγωνιστικά στην Ευρωπαϊκή Ενοποίηση. Η συρρίκνωση της παραγωγικής βάσης και γενικά η επιδείνωση των προοπτικών ανάπτυξης και βελτίωσης του επιπέδου ζωής δημιουργεί εμφανή κίνδυνο για νέα μαζική έξοδο από τα νησιά. Και εάν στη λογική της λειτουργίας της αγοράς, η εγκατάλειψη μη αποδοτικών δραστηριοτήτων είναι αναγκαία χωρίς να συνυπολογίζεται το κοινωνικό και άλλο κόστος, ο κατακερματισμός του νησιωτικού χώρου και η έλλειψη ενδοχώρας δεν επιτρέπει εναλλακτικές λύσεις και επιβάλλει την εγκατάλειψη των νησιών με ότι αυτό συνεπάγεται: συσσώρευση κατοίκων στα αστικά κέντρα της ηπειρωτικής ευρώπης, μη άριστη αξιοποίηση του ευρωπαϊκού χώρου, χαμηλός βαθμός αξιοποίησης των υποδομών και γενικότερα των επενδύσεων που έχουν υλοποιηθεί με κοινοτικούς πόρους κλπ. Τέλος, η "φυσική" εξειδίκευση των νησιών στο μαζικό τουρισμό που χαρακτηρίζεται από ολοένα και ισχυρότερη μονοπωλιακή του διάρθρωση και που στηρίζεται όλο και περισσότερο στη κατανάλωση εισαγώμενων αγαθών, παρά τα θετικά του αποτελέσματα στη συγκράτηση του πληθυσμού και στη μεγέθυνση του ΑΕΠ, έχει δείξει τα όρια του ως προς τη συμβολή του στην ανάπτυξη (Spilanis, 1985:294-343). Παράλληλα πολλαπλασιαζονται οι αμφισβητήσεις για τη βιωσιμότητα αυτού του μοντέλου τουριστικής ανάπτυξης ιδιαίτερα λόγω των περιβαλλοντικών πιέσεων που προκαλεί. Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι η άκριτη και χωρίς παρεκκλίσεις εφαρμογή της ενιαίας αγοράς ακυρώνει τις ίδιες τις παρεμβάσεις της ΕΕ και καθιστά αναποτελεσματική τη πολιτική της. Είναι αυτό το ζητούμενο σε μια προσπάθεια για τη χάραξη πορείας προς την αειφορία; Πρέπει λοιπόν να απαντηθεί η ερώτηση σε ότι αφορά το είδος της ανάπτυξης που επιφυλάσσει η ΕΕ για τα νησιά της. Θα αποτελούν περιοχές αναψυχής και "απόδρασης" για τους κατοίκους των ηπειρωτικών περιοχών (τουλάχιστον αυτά που βρίσκονται στη ζώνη του ήλιου); Ποια πολιτική χρήσεων γής θα εφαρμοστεί; Θα υπάρξει διαφοροποίηση δραστηριοτήτων ή θα επικρατήσει η μονοκαλλιέργεια; Θα πρέπει τα νησιά να λειτουργούν με βάση τα φυσικά συγκριτικά πλεονεκτήματα και την οικονομική αποτελεσματικότητα; Ποιο το περιεχόμενο της αειφορίας για τα νησιά; Θα αποτελούν τα νησιά περιοχές "κοινωνικής προστασίας" ή θα πρέπει να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για να ξαναγίνουν τα νησιά χώροι πρωτοβουλιών; Πολλά ερωτήματα που ζητούν απαντήσεις μέσα από τις πολιτικές που θα εφαρμοστούν. Η ευθραυστότητα του νησιωτικού χώρου, που αποδεικνύεται ότι έχει μικρή αντίσταση σε εξωγενείς παράγοντες (φυσικούς, ανθρώπινους και ανθρωπογενείς), απαιτεί τις κατάλληλες παρεμβάσεις που δεν μπορούν να προέλθουν παρά μόνο από μια συγκροτημένη κοινή νησιωτική πολιτική. Η πολιτική θα πρέπει να διαπνέεται όχι απλά από τη προσπάθεια για "παθητική" σύγκλιση με μεταφορά πόρων, αλλά από τη ενεργοποίηση εσωτερικών δυνάμεων για ενεργή σύγκλιση. Χρειάζεται να δημιουργηθεί το κατάλληλο "περιβάλλον" έτσι ώστε να επανενταχθούν τα νησιά στην αναπτυξιακή διαδικασία που σημειώνεται στην ΕΕ. Είναι αναγκαίο λοιπόν να υπάρξει η κατάλληλη αναφορά στις νέες συνθήκες που θα προκύψουν από τη Διακυβερνητική Διάσκεψη ώστε να δημιουργηθεί το κατάλληλο νομικό πλαίσιο. Παρά την αναγνώριση της ιδιαιτερότητας των νησιών πού έχει εκφραστεί σε πολλά επίπεδα και από όλα τα όργανα της ΕΕ αλλά και άλλους διεθνείς οργανισμούς (Παράρτημα 2), τα τελευταία 15 χρόνια, καμιά πολιτική δεν έχει εφαρμοστεί. Τα προγράμματα που έχουν υιοθετηθεί για τις εξόχως περιφερειακές περιοχές (REGIS, POSEIDOM, POSEIMA, POSEICAN) και το ειδικό πρόγραμμα νησιών Αιγαίου, δεν συνιστούν ολοκληρωμένη πολιτική υπέρ των νησιών που είναι απαραίτητη για τη βιώσιμη ανάπτυξη τους.
ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΩΝ ΝΗΣΙΩΝ Με βάση τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω η πολιτική που θα εφαρμοστεί θα πρέπει να στηρίζεται στις παρακάτω αρχές: - της ίσης μεταχείρισης - της αξιοποίησης και της σωστής διαχείρισης του ευρωπαϊκού χώρου - της διαφύλαξης της φυσικής και πολιτιστικής ποικιλομορφίας της ΕΕ - της αειφορίας - της επικουρικότητας Οι βασικοί στόχοι που θα πρέπει να έχει η πολιτική αυτή είναι: - η επίτευξη της Οικονομικής και Κοινωνικής Συνοχής - η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ - η άριστη αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων Τα μέσα για την υλοποίηση των στόχων κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες: - ειδικές δράσεις και πολιτικές υπέρ των νησιών (θετικά μέτρα)
- ευρωπαϊκά δίκτυα: σύγχρονες υποδομές τηλεπικοινωνιών για έξοδο από την απομόνωση
- amenagement du territoire (περιφερειακός σχεδιασμός) με στόχο τη προστασία των ιδιαίτερων πολιτιστικών και περιβαλλοντικών πόρων και αντιμετώπιση των πιέσεων από το τουρισμό με βάση την αρχή της αειφορίας. Ειδικές ενισχύσεις για την εφαρμογή των αναγκαίων μέτρων
- εφαρμογή της υποχρέωσης παροχής υπηρεσιών δημοσίου συμφέροντος, δεδομένου ότι το μικρό μέγεθος της αγοράς είτε δεν ελκύει ιδιώτες παραγωγούς είτε ωθεί στη δημιουργία καταστάσεων μονοπωλίου σε βάρος των νησιών
- ενίσχυση της Ε&ΤΑ, μεταφοράς τεχνολογίας και τεχνογνωσίας και εισαγωγής καινοτομιών ειδικά για θέματα που ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τα νησιά (μεταφορές, ενέργεια, διαχείριση νερού και αποβλήτων, εφαρμογές τηλεϊατρικής, τηλε-εκπαίδευσης, τηλε-εργασίας κλπ) και γενικά στο σχεδιασμό νέων προϊόντων και υπηρεσιών
- ενίσχυση της διανησιωτικής συνεργασίας για την αντιμετώπιση των ειδικών προβλημάτων τους μέσα από τη λειτουργία δικτύων με στόχο τη δημιουργία νέου τύπου οικονομιών κλίμακας
- ειδικές ρυθμίσεις/εξαιρέσεις από τις κοινοτικές πολιτικές (αρνητικά μέτρα)
- ειδική ενίσχυση των μικρών νησιωτικών επιχειρήσεων μέσα από την άρση εμποδίων στη λειτουργία τους
- ειδικές ρυθμίσεις σε επιμέρους πολιτικές κρίσιμες για τα νησιά όπως τη πολιτική μεταφορών, φορολογίας, ανταγωνισμού, φορολογίας, γεωργίας κλπ
Η εφαρμογή των παραπάνω μπορεί να γίνει με:
- τη καθιέρωση του ειδικού εντύπου για την εκτίμηση των επιπτώσεων των επιμέρους κοινοτικών πολιτικών για τα νησιά ανάλογης με εκείνη για το περιβάλλον
- τη δημιουργία ειδικής υπηρεσίας στην Επιτροπή που να συντονίζει τη πολιτική των νησιών
- τη καθιέρωση ειδικής γραμμής στον κοινοτικό προϋπολογισμό
- την εισαγωγή ποσοστώσεων υπέρ των νησιών σε κοινοτικές πρωτοβουλίες ειδικού ενδιαφέροντος για τα νησιά
Η αυστηρή εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας στη πολιτική που θα αποφασιστεί, θα συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός θετικού, αλλά και ταυτόχρονα ευέλικτου, πλαισίου που είναι αναγκαίο έτσι ώστε, σε συνδυασμό με τις πολιτικές που θα υιοθετηθούν σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, να διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη τους. Η έλλειψη στρατηγικής στα επίπεδα αυτά λήψης αποφάσεων - που να λαμβάνει υπόψη τις ιδιομορφίες κάθε νησιού ή ομάδας νησιών - αξιοποιώντας το όποιο πλαίσιο διαμορφωθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θα ακυρώσει ουσιαστικά τις θετικές του επιπτώσεις. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - Codaccioni - Meistersheim A., 1989, Images d'ξlιite, Cahiers de l' IDIM, no 1/89, pp.30-36. - Επιμελητήρια των Νησιωτικών περιοχών της ΕΕ, 1995, Μανιφέστο "Γιά μια κοινοτική πολιτική βιώσιμης ανάπτυξης των νησιωτικών περιοχών της Ευρωπαϊκής Ενωσης", 27-28 Οκτωβρίου, Palma de Mallorca. - Επιτροπή Ε.Κ. 1991, Οι περιφέρειες κατά τη δεκαετία του '90: τέταρτη περιοδική έκθεση της Επιτροπής για την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση και εξέλιξη των περιφερειών της Κοινότητας, Βρυξέλλες. - Επιτροπή ΕΚ, (1992), Ευρώπη 2000: προοπτική ανάπτυξης του ευρωπαϊκού χώρου, Βρυξέλλες. - European Commission, 1994, Portait of the islands, Luxembourg. - Επιτροπή Νησιών της CRPM, 1994, Για μιά ευρωπαϊκή πολιτική των νησιών, Τελική Διακήρυξη, της 15ης Διάσκεψης, 7-8 Απριλίου, Κέρκυρα. - Επιτροπή Νησιών της CRPM, 1996, Τελική Διακήρυξη της 17ης Διάσκεψης, 25-26 Απριλίου, Μάλτα. - ΟΚΕ, 1987, Μειονεκτικές νησιωτικές περιοχές, Βρυξέλλες. - Pauline E. - Rigobert M-J., 1993, Les regions ultraperipheriques et la CEE, Revue du Marchι Commun et de l΄Union Europeenne, no 368, pp. 436-443. - Polverini J. (1991), L΄impact du Marchι Unique sur les rιgions insulaires (aspects fiscaux), 3θme Conference des Regions Insulaires Europeennes, Conseil de l΄Europe, Iles Aland, 16-17 Juin 1991, p.10. - Σοφούλης (επ.υπεύθυνος), 1990, Για ένα κοινοτικό πρόγραμμα ανάπτυξης των νησιών, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη. - Sophoulis M.K. - Spilanis I. (1993), Cadre conceptuel pour une stratιgie d΄un developpement insulaire, Revue d΄Economie Meridionale, vol 41, no 163, pp.33-44. - Spilanis I, 1985, Tourisme et developpement regional: le cas de la Grθce, Thθse de Doctorat, Centre Universitaire de Recherche Europeenne et Internationale, Grenoble, p.406. - Σπιλάνης Γ., 1993, Νησιωτική ανάπτυξη και δίκτυα συνεργασίας των νησιών της Ευρωπαϊκής κοινότητας, Περιοδικό "Τόπος", τ 6, σ.5-28. - Spilanis I., 1993, Les territoires en marge: le cas des ξles, L΄Evenement Europιen, no 21, fevrier 1993, p.169-179. - Σπιλάνης Γ., 1994, Ο ρόλος της στατιστικής πληροφόρησης στο περιφερειακό αναπτυξιακό σχεδιασμό και η ανάγκη για δημιουργία περιφερειακών συστημάτων πληροφοριών. Η περίπτωση του EURISLES, εισήγηση στο Συνέδριο "Η ΕΣΥΕ μπροστά στο 2000", 6-9 Δεκεμβρίου, σ. 18 - Σπιλάνης Γ., 1995, Το πλαίσιο μιας πολιτικής για τα ευρωπαϊκά νησιά, Μυτιλήνη, σ.31 (αδημοσίευτο) - Vernikos N, 1990, The islands of Greece, in Beller W. d'Ayala P. and Hein P. "Sustainable development and environmental management of small islands, Paris, Unesco, pp.141-167. - Χατζημιχάλης Κ, 1996, Τά νότια άκρα της Ευρώπης και η Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, Τόπος, 11/96, σ.3-22. Πηγή: http://www.aegean.gr/lid/internet/elliniki_ekdosi/Default.htm |
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.