Της άρεσαν τα κεριά, μάζευε χρώματα και έγραφε πάνω τους εραστές, όνειρα, συνθήματα, νησιά, φωτογραφίες, γειτονιές και στέκια που χάθηκαν, φίλων αναμνήσεις, τα τριαντάφυλλα που ξέχασαν να ανθίσουν.
Τα φώτα της πόλης, οι λόφοι των σινεμά, ταμεία και γεύσεις του γυρισμού, οι νότες όταν μεθάει, λέξεις του άλλοθι, λέξεις που γιορτάζουν αντοχές, λέξεις μόνο λέξεις.
Χαρτοπόλεμος, μια γεύση βροχής, μια αστραπή για τατουάζ, και τα μαλλιά βαμμένα στα χρώματα των αρχαγγέλων σε κάτι ξεχασμένες αγιογραφίες , καλόγρια και πουτάνα, νύχτες με τις λάμπες ενός βαλς στην πλατεία με τις σπασμένες κούνιες και τα προφυλακτικά, νύχτες που γιορτάζουν οι φόβοι, νύχτες των περαστικών και των σκιών, νύχτες λύπης, νύχτες των σιωπηλών τηλεφώνων και των εκπομπών της τηλεόρασης, νύχτες του τίποτα.
-Έβαλα μια βελόνα στην παλάμη μου, την έβαλα βαθιά εκεί που μοιάζει το χέρι να μην έχει χρώμα, στο λευκό, στην ξεχασμένη θάλασσα που κάψαμε, στα θέλω των παιχνιδιών, στα ρολόγια που φυλάκισαν την άνοιξη.
Ο δρόμος γέμισε μπόρα, τα βλέφαρα γέμισαν μαύρο καπνό της αγοράς, λούστρο επίπλων πεταγμένων στα σκουπίδια, δίπλα στους κάδους ανακύκλωσης, δίπλα στις κραυγές που γίνονται στιχάκια σε τοίχους τουαλέτας, στις γάτες που κοιμούνται με τους ουρές να δείχνουν τις καπνοδόχους των ονείρων.
-Έδωσα το κόκκινο στο κίτρινο του σύννεφου, ήθελα ένα πορτοκαλί ριχτάρι για το σαλόνι, να ταιριάζει με τη φλόγα στο τζάκι, να ταιριάζει με τις φλόγες στο ταβάνι, με τα γύψινα και τα παράσιτα στα έπιπλα, με τη σκόνη στη φωνή της φυσαρμόνικας.
Άνοιξαν οι κουρτίνες της απόδρασης, τα φώτα στη σκηνή έχουνε πάρτυ, ξεθώριασαν τα χρώματα στις μπότες της και στην ταβέρνα κερνάει την μοναξιά σε ένα ποτήρι μαύρο βότσαλο, άδεια πανιά στον ήλιο, άδεια ποτήρια σπασμένα στα χέρια της, τραγούδι των γλάρων, καημός της στάσης του λεωφορείου, μια υπόσχεση, ένα γέλιο, το πουλί τινάζει τις σταγόνες απ’ τα φτερά του.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΑΣ chrisdem@in.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.