Ένα υπαίθριο μουσείο με σημαντικά δείγματα γλυπτικής και αρχιτεκτονικής, που δεν έχει σε τίποτα να ζηλέψει από φημισμένα μουσεία της Ελλάδας και του εξωτερικού και θεωρείται εφάμιλλο με το Α' Νεκροταφείο Αθηνών, αποτελεί το κοιμητήριο της Ερμούπολης, στη Σύρο.
Σήμερα ορισμένα από τα αριστουργήματά του αντιμετωπίζουν σοβαρά δομοστατικά προβλήματα και διαβρώσεις και χρήζουν άμεσης αποκατάστασης, προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος κατάρρευσής τους.
Στο Νεκροταφείο της Ερμούπολης, βρίσκονται σημαντικά ταφικά μνημεία, με ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική σύνθεση και πλούσιο γλυπτικό διάκοσμο. Τα έργα παρουσιάζουν την εξέλιξη του ταφικού μνημείου μετά τα τέλη του 18ου αιώνα, όπως αυτή διαμορφώθηκε στην Ευρώπη από κορυφαίους καλλιτέχνες και κυρίως από τον Ιταλό Αντόνιο Κανόβα, κορυφαίο γλύπτη του Κλασικισμού.
Ναΐσκοι, σαρκοφάγοι, ανάγλυφες στήλες, προτομές στημένες σε βάθρα ή σε ψηλούς κίονες και μαρμάρινα αγγεία, έργα επηρεασμένα από την αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή τέχνη, είναι οι πιο συνηθισμένοι τύποι επιτύμβιων μνημείων στο 19ο αιώνα. Χαρακτηριστικά και μνημειώδη δείγματα από όλους αυτούς τους τύπους υπάρχουν στο Νεκροταφείο της Ερμούπολης.
Η Ερμούπολη πρωτοκατοικήθηκε το 1822, κυρίως από πρόσφυγες Χιώτες, Ψαριανούς, Έλληνες των Μικρασιατικών παράλιων και γενικά Έλληνες από την υπόλοιπη Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, που έβρισκαν εκεί ασφάλεια, την οποία παρείχε η γαλλική προστασία στο νησί, καθώς και η ουδετερότητα της Αγίας Έδρας, στην οποία υπαγόταν ο καθολικός πληθυσμός της Άνω Σύρου.
Η πρωτεύουσα γνώρισε μεγάλη οικονομική, πνευματική και κοινωνική άνθιση στα μέσα του 19ου αιώνα και ήταν το σημαντικότερο εμπορικό λιμάνι στο Αιγαίο και γενικότερα στον ελλαδικό χώρο.
Η οικονομική πρόοδος μαζί με την πνευματική ανάπτυξη των κατοίκων οδήγησαν σε μεγάλη άνθηση της αρχιτεκτονικής και γενικά των τεχνών. Τοιχογραφίες, οροφογραφίες, γλυπτός διάκοσμος συμπλήρωσαν την αρχιτεκτονική και λάμπρυναν ολόκληρη την Ερμούπολη καθιστώντας την τη σημαντικότερη νεοκλασική πόλη της Ελλάδας.
Το πρώτο νεκροταφείο της Ερμούπολης, το οποίο δεν σώζεται σήμερα, δημιουργήθηκε το 1824 πίσω από την εκκλησία της Κοιμήσεως και το παλαιό δημοτικό νοσοκομείο (μετέπειτα ξενοδοχείο «Ευρώπη»).
Πολύ σύντομα βρέθηκε στο κέντρο της συνοικίας των Ψαριανών και γι’ αυτό το 1833 έγιναν ενέργειες για τη μεταφορά του έξω από την κατοικημένη περιοχή, οι οποίες ολοκληρώθηκαν ένα χρόνο μετά. Έτσι, το 1834 άρχισε να λειτουργεί το νέο νεκροταφείο στο νοτιοδυτικό άκρο της πόλης, ενώ το 1839 χτίστηκε ο ναός του Αγίου Γεωργίου.
Με την επέκταση της Ερμούπολης προς τα νοτιοδυτικά και το νεκροταφείο αυτό βρέθηκε εντός κατοικημένης περιοχής, της συνοικίας «Νεάπολη», επί της οδού Αγίου Γεωργίου, που οδηγεί στην Άνω Σύρο.
Το νεκροταφείο της Ερμούπολης παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Τα ταφικά μνημεία επιφανών προσωπικοτήτων της περιοχής είναι από τα καλύτερα έργα γλυπτικής και αρχιτεκτονικής που σώζονται στον ελληνικό χώρο. Μεγάλη είναι, επίσης, η ιστορική σημασία τους, γιατί τα επιτύμβια επιγράμματα διασώζουν μοναδικές πληροφορίες για τη ζωή και τη δράση των πρώτων οικιστών.
Δυστυχώς σε πολύ λίγα έργα οι καλλιτέχνες έχουν χαράξει το όνομά τους, οπωσδήποτε όμως τα περισσότερα είναι φιλοτεχνημένα από άξιους γλύπτες. Πολλά από αυτά όπως διαπιστώθηκε έχουν βγει από το εργαστήρι του Γεώργιου Βιτάλη, μόνο όμως ένα φέρει την υπογραφή του.
Το 1989 τα παλαιότερα τμήματα του Νεκροταφείου της Ερμούπολης χαρακτηρίσθηκαν από το υπουργείο Πολιτισμού ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία «διότι αποτελούν αξιόλογα γλυπτικά έργα και μοναδικά δείγματα ταφικής αρχιτεκτονικής του περασμένου αιώνα στον Ελλαδικό χώρο, καθώς και αναφορά στις ιστορικές, πολιτικές και οικοδομικές δομές της Ερμούπολης του 19ου αιώνα».
Τον Ιούνιο του 2001 πραγματοποιήθηκε αυτοψία από την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων Αττικής, κατά την οποία εντοπίσθηκαν τα σημαντικότερα δομικά προβλήματα των ταφικών μνημείων, προκειμένου να προταθούν οι απαραίτητες ενέργειες και επεμβάσεις για την αποκατάσταση, προστασία και ανάδειξή τους.
Όπως εξηγεί ο προϊστάμενος της Εφορείας, Ορέστης Βαβατσιούλας, ορισμένα από τα μνημεία εμφανίζουν δομοστατικά προβλήματα, σεισμική καταπόνηση, διαβρώσεις και οξειδώσεις μετάλλων και θραύσεις μελών, ενώ όσο προχωράει ο καιρός το πρόβλημα επιδεινώνεται.
Η Εφορεία προχώρησε στη σύνταξη μελέτης συντήρησης και αποκατάστασης των μνημείων, έργο που θα γίνει για πρώτη φορά στο Νεκροταφείο της Σύρου. Για να ολοκληρωθεί το έργο (σε τρία χρόνια υπολογίζεται η διάρκειά του) ο δήμος Σύρου- Ερμούπολης αναζητά χρηματοδότηση από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους.
Σημαντικά μνημεία
Ένα από τα παλαιότερα και μεγαλοπρεπέστερα μνημεία του Νεκροταφείου είναι αυτό του Νικόλαου Πρασσακάκη, το «ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΝ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΡΑΣΣΑΚΑΚΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΠ΄ΑΥΤΟΥ ΕΓΕΡΘΕΝ ΕΝ ΕΤΕΙ ΣΩΤΗΡΙΩ 1872», όπως αναφέρεται στην επιγραφή του επιστυλίου της πρόσοψης. Πρόκειται για ένα από τα εννέα ταφικά μνημεία μορφής ναΐσκου. Το συγκεκριμένο και άλλα τέσσερα έχουν τη μορφή δίστυλου πρόστυλου ναΐσκου. Ο Νικόλαος Πρασσακάκης καταγόταν από τη Χίο, ήταν έμπορος στη Μασσαλία και έλαβε μέρος στην Επανάσταση του 1821. Συμμετείχε στην Εθνοσυνέλευση του Άργους και διετέλεσε Δήμαρχος Ερμούπολης. Το 1837, επί δημαρχίας του, κτίσθηκε το πρώτο νεκροστάσιο του Νεκροταφείου.
Η καθ’ ύψος διάρθρωση του μνημείου είναι τυπική για ιωνικό ναό: στην πρόσοψη υπάρχουν η είσοδος, κίονες επί βάθρων, επιστύλιο, διάζωμα, γείσο, αέτωμα, καταέτιο γείσο και σίμη. Όμοια, αλλά χωρίς κίονες, είναι η διάρθρωση της οπίσθιας όψης, στην οποία υπάρχει ένα παράθυρο. Στις πλάγιες όψεις φαίνεται ο τοίχος του σηκού, που οριοθετείται από δυο παραστάδες με επίκρανα, και ο θριγκός.
Η στέγη του κτηρίου αποτελείται από κεκλιμένες μαρμάρινες πλάκες στα εξωτερικά όρια των οποίων διαμορφώνονται η σίμη και τα γείσα. Το συνολικό ύψος του ναΐσκου είναι 4,01 μέτρα.
Ένα από τα εννιά ναϊδιόσχημα μνημεία του Νεκροταφείου Ερμούπολης είναι και το ταφικό μνημείο του Νικηφόρου Γεωργιάδη. Ο ναΐσκος στέκεται σε πόδιο, κάτω από το οποίο υπάρχει κρύπτη, που φράσσεται με ενεπίγραφη μαρμάρινη πλάκα. Το συνολικό ύψος του είναι 4,50 μέτρα. Στεγάζεται με οκταγωνικό τρούλο. Στην ανατολική πλευρά υπάρχει πρόπυλο με αετωματική απόληξη.
Μπροστά από την είσοδο του ταφικού μνημείου υπάρχει η προτομή του καταγόμενου από τη Χίο Νικηφόρου Γεωργιάδη, πάνω σε αρράβδωτο κίονα που επιστέφεται από ιωνικό κιονόκρανο με διαγώνιες έλικες και υποτραχήλιο. Στον κίονα είναι λαξευμένη η επιγραφή: «ΝΙΚΗΦ. Κ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 1842-1915».
Επίσης ναϊδιόσχημο είναι και το ταφικό μνημείο του Γ. Γιαννικόγλου. Ο ναΐσκος στέκεται σε πόδιο, κάτω από το οποίο υπάρχει υπόγεια κρύπτη. Επάνω στο πόδιο, σε τρίβαθμη κρηπίδα, υψώνεται ανοικτός σηκός ιωνικού ρυθμού, πρόστυλος, δίστυλος. Στο εσωτερικό του σηκού οι προτομές δύο μελών της οικογένειας στηρίζονται σε ιωνικού τύπου βάσεις, πάνω σε πεσσόσχημες στήλες. Ο Γ. Γιαννικόγλου ήταν έμπορος. Ο γιος του, Αλκιβιάδης Γιαννικόγλου αγόρασε το Μαυσωλείο το 1890.
Πηγή: ΑΜΠΕ
Σήμερα ορισμένα από τα αριστουργήματά του αντιμετωπίζουν σοβαρά δομοστατικά προβλήματα και διαβρώσεις και χρήζουν άμεσης αποκατάστασης, προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος κατάρρευσής τους.
Στο Νεκροταφείο της Ερμούπολης, βρίσκονται σημαντικά ταφικά μνημεία, με ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική σύνθεση και πλούσιο γλυπτικό διάκοσμο. Τα έργα παρουσιάζουν την εξέλιξη του ταφικού μνημείου μετά τα τέλη του 18ου αιώνα, όπως αυτή διαμορφώθηκε στην Ευρώπη από κορυφαίους καλλιτέχνες και κυρίως από τον Ιταλό Αντόνιο Κανόβα, κορυφαίο γλύπτη του Κλασικισμού.
Ναΐσκοι, σαρκοφάγοι, ανάγλυφες στήλες, προτομές στημένες σε βάθρα ή σε ψηλούς κίονες και μαρμάρινα αγγεία, έργα επηρεασμένα από την αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή τέχνη, είναι οι πιο συνηθισμένοι τύποι επιτύμβιων μνημείων στο 19ο αιώνα. Χαρακτηριστικά και μνημειώδη δείγματα από όλους αυτούς τους τύπους υπάρχουν στο Νεκροταφείο της Ερμούπολης.
Η Ερμούπολη πρωτοκατοικήθηκε το 1822, κυρίως από πρόσφυγες Χιώτες, Ψαριανούς, Έλληνες των Μικρασιατικών παράλιων και γενικά Έλληνες από την υπόλοιπη Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, που έβρισκαν εκεί ασφάλεια, την οποία παρείχε η γαλλική προστασία στο νησί, καθώς και η ουδετερότητα της Αγίας Έδρας, στην οποία υπαγόταν ο καθολικός πληθυσμός της Άνω Σύρου.
Η πρωτεύουσα γνώρισε μεγάλη οικονομική, πνευματική και κοινωνική άνθιση στα μέσα του 19ου αιώνα και ήταν το σημαντικότερο εμπορικό λιμάνι στο Αιγαίο και γενικότερα στον ελλαδικό χώρο.
Η οικονομική πρόοδος μαζί με την πνευματική ανάπτυξη των κατοίκων οδήγησαν σε μεγάλη άνθηση της αρχιτεκτονικής και γενικά των τεχνών. Τοιχογραφίες, οροφογραφίες, γλυπτός διάκοσμος συμπλήρωσαν την αρχιτεκτονική και λάμπρυναν ολόκληρη την Ερμούπολη καθιστώντας την τη σημαντικότερη νεοκλασική πόλη της Ελλάδας.
Το πρώτο νεκροταφείο της Ερμούπολης, το οποίο δεν σώζεται σήμερα, δημιουργήθηκε το 1824 πίσω από την εκκλησία της Κοιμήσεως και το παλαιό δημοτικό νοσοκομείο (μετέπειτα ξενοδοχείο «Ευρώπη»).
Πολύ σύντομα βρέθηκε στο κέντρο της συνοικίας των Ψαριανών και γι’ αυτό το 1833 έγιναν ενέργειες για τη μεταφορά του έξω από την κατοικημένη περιοχή, οι οποίες ολοκληρώθηκαν ένα χρόνο μετά. Έτσι, το 1834 άρχισε να λειτουργεί το νέο νεκροταφείο στο νοτιοδυτικό άκρο της πόλης, ενώ το 1839 χτίστηκε ο ναός του Αγίου Γεωργίου.
Με την επέκταση της Ερμούπολης προς τα νοτιοδυτικά και το νεκροταφείο αυτό βρέθηκε εντός κατοικημένης περιοχής, της συνοικίας «Νεάπολη», επί της οδού Αγίου Γεωργίου, που οδηγεί στην Άνω Σύρο.
Το νεκροταφείο της Ερμούπολης παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Τα ταφικά μνημεία επιφανών προσωπικοτήτων της περιοχής είναι από τα καλύτερα έργα γλυπτικής και αρχιτεκτονικής που σώζονται στον ελληνικό χώρο. Μεγάλη είναι, επίσης, η ιστορική σημασία τους, γιατί τα επιτύμβια επιγράμματα διασώζουν μοναδικές πληροφορίες για τη ζωή και τη δράση των πρώτων οικιστών.
Δυστυχώς σε πολύ λίγα έργα οι καλλιτέχνες έχουν χαράξει το όνομά τους, οπωσδήποτε όμως τα περισσότερα είναι φιλοτεχνημένα από άξιους γλύπτες. Πολλά από αυτά όπως διαπιστώθηκε έχουν βγει από το εργαστήρι του Γεώργιου Βιτάλη, μόνο όμως ένα φέρει την υπογραφή του.
Το 1989 τα παλαιότερα τμήματα του Νεκροταφείου της Ερμούπολης χαρακτηρίσθηκαν από το υπουργείο Πολιτισμού ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία «διότι αποτελούν αξιόλογα γλυπτικά έργα και μοναδικά δείγματα ταφικής αρχιτεκτονικής του περασμένου αιώνα στον Ελλαδικό χώρο, καθώς και αναφορά στις ιστορικές, πολιτικές και οικοδομικές δομές της Ερμούπολης του 19ου αιώνα».
Τον Ιούνιο του 2001 πραγματοποιήθηκε αυτοψία από την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων Αττικής, κατά την οποία εντοπίσθηκαν τα σημαντικότερα δομικά προβλήματα των ταφικών μνημείων, προκειμένου να προταθούν οι απαραίτητες ενέργειες και επεμβάσεις για την αποκατάσταση, προστασία και ανάδειξή τους.
Όπως εξηγεί ο προϊστάμενος της Εφορείας, Ορέστης Βαβατσιούλας, ορισμένα από τα μνημεία εμφανίζουν δομοστατικά προβλήματα, σεισμική καταπόνηση, διαβρώσεις και οξειδώσεις μετάλλων και θραύσεις μελών, ενώ όσο προχωράει ο καιρός το πρόβλημα επιδεινώνεται.
Η Εφορεία προχώρησε στη σύνταξη μελέτης συντήρησης και αποκατάστασης των μνημείων, έργο που θα γίνει για πρώτη φορά στο Νεκροταφείο της Σύρου. Για να ολοκληρωθεί το έργο (σε τρία χρόνια υπολογίζεται η διάρκειά του) ο δήμος Σύρου- Ερμούπολης αναζητά χρηματοδότηση από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους.
Σημαντικά μνημεία
Ένα από τα παλαιότερα και μεγαλοπρεπέστερα μνημεία του Νεκροταφείου είναι αυτό του Νικόλαου Πρασσακάκη, το «ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΝ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΡΑΣΣΑΚΑΚΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΠ΄ΑΥΤΟΥ ΕΓΕΡΘΕΝ ΕΝ ΕΤΕΙ ΣΩΤΗΡΙΩ 1872», όπως αναφέρεται στην επιγραφή του επιστυλίου της πρόσοψης. Πρόκειται για ένα από τα εννέα ταφικά μνημεία μορφής ναΐσκου. Το συγκεκριμένο και άλλα τέσσερα έχουν τη μορφή δίστυλου πρόστυλου ναΐσκου. Ο Νικόλαος Πρασσακάκης καταγόταν από τη Χίο, ήταν έμπορος στη Μασσαλία και έλαβε μέρος στην Επανάσταση του 1821. Συμμετείχε στην Εθνοσυνέλευση του Άργους και διετέλεσε Δήμαρχος Ερμούπολης. Το 1837, επί δημαρχίας του, κτίσθηκε το πρώτο νεκροστάσιο του Νεκροταφείου.
Η καθ’ ύψος διάρθρωση του μνημείου είναι τυπική για ιωνικό ναό: στην πρόσοψη υπάρχουν η είσοδος, κίονες επί βάθρων, επιστύλιο, διάζωμα, γείσο, αέτωμα, καταέτιο γείσο και σίμη. Όμοια, αλλά χωρίς κίονες, είναι η διάρθρωση της οπίσθιας όψης, στην οποία υπάρχει ένα παράθυρο. Στις πλάγιες όψεις φαίνεται ο τοίχος του σηκού, που οριοθετείται από δυο παραστάδες με επίκρανα, και ο θριγκός.
Η στέγη του κτηρίου αποτελείται από κεκλιμένες μαρμάρινες πλάκες στα εξωτερικά όρια των οποίων διαμορφώνονται η σίμη και τα γείσα. Το συνολικό ύψος του ναΐσκου είναι 4,01 μέτρα.
Ένα από τα εννιά ναϊδιόσχημα μνημεία του Νεκροταφείου Ερμούπολης είναι και το ταφικό μνημείο του Νικηφόρου Γεωργιάδη. Ο ναΐσκος στέκεται σε πόδιο, κάτω από το οποίο υπάρχει κρύπτη, που φράσσεται με ενεπίγραφη μαρμάρινη πλάκα. Το συνολικό ύψος του είναι 4,50 μέτρα. Στεγάζεται με οκταγωνικό τρούλο. Στην ανατολική πλευρά υπάρχει πρόπυλο με αετωματική απόληξη.
Μπροστά από την είσοδο του ταφικού μνημείου υπάρχει η προτομή του καταγόμενου από τη Χίο Νικηφόρου Γεωργιάδη, πάνω σε αρράβδωτο κίονα που επιστέφεται από ιωνικό κιονόκρανο με διαγώνιες έλικες και υποτραχήλιο. Στον κίονα είναι λαξευμένη η επιγραφή: «ΝΙΚΗΦ. Κ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ 1842-1915».
Επίσης ναϊδιόσχημο είναι και το ταφικό μνημείο του Γ. Γιαννικόγλου. Ο ναΐσκος στέκεται σε πόδιο, κάτω από το οποίο υπάρχει υπόγεια κρύπτη. Επάνω στο πόδιο, σε τρίβαθμη κρηπίδα, υψώνεται ανοικτός σηκός ιωνικού ρυθμού, πρόστυλος, δίστυλος. Στο εσωτερικό του σηκού οι προτομές δύο μελών της οικογένειας στηρίζονται σε ιωνικού τύπου βάσεις, πάνω σε πεσσόσχημες στήλες. Ο Γ. Γιαννικόγλου ήταν έμπορος. Ο γιος του, Αλκιβιάδης Γιαννικόγλου αγόρασε το Μαυσωλείο το 1890.
Πηγή: ΑΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.