Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Σημειώσεις για την ιστορία του οικολογικού κινήματος

Γράφει ο Απόστολος Χατζηπαρασκευαίδης

 Μετά την καταστροφική αφαίμαξη των χρόνων του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και της Κατοχής  οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Δυτική Ευρώπη περνούν για 20 χρόνια Παπό τα μέσα της δεκαετίας του ΄50, ως τα μέσα της δεκαετίας του ΄70- σε μια πρωτόγνωρη φάση οικονομικής ανάπτυξης.    Η μεταπολεμική περίοδος της επιβεβλημένης ηρεμίας και συναίνεσης στη Δυτική Ευρώπη και στις Η.Π.Α αμφισβητήθηκε ωστόσο από μια σειρά φοιτητικών και εργατικών εξεγέρσεων στην Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία και στις Η.Π.Α .Παρά την επίτευξη μιας γενικής ευημερίας και τους υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, σημαντικό μέρος της νέας γενιάς (μικροαστικής καταγωγής και υψηλής μόρφωσης) δεν μπορούσε  να συμβιβαστεί με το καπιταλιστικό σύστημα, τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό (όπως εκδηλωνόταν εκείνα τα χρόνια στον «βρώμικο» πόλεμο των ΗΠΑ στο Βιετνάμ), τον τεχνοκρατικό ορθολογισμό, τη λατρεία της παραγωγικότητας τη γραφειοκρατία, την αλλοτρίωση, την καταπίεση των μειονοτήτων και συλλήβδην τον πυρήνα των αξιών των δυτικών κοινωνιών.

1. Η αμφισβήτηση της ανάπτυξης

      Το νεολαιίστικο  κίνημα αμφισβήτησης παρουσιάστηκε στις ΗΠΑ στα

 πανεπιστήμια της Καλιφόρνια, πέρασε  στις ανατολικές ακτές και στη

 συνέχεια στην Ευρώπη, οδηγώντας στην ανάφλεξη του Μάη του 1968. Η

 χρονολογική εξέλιξη του κινήματος, οι διαστάσεις του, η μορφή του, ο

 βαθμός πολιτικοποίησης του και η βαρύτητα των επιπτώσεών του διαφέρουν

 από χώρα σε χώρα (Berstein, 1997,226).Το φοιτητικό κίνημα στις ΗΠΑ, η

 ανάδυση της «Νέας Αριστεράς» (Buhle, 1996, 516-523), η εξέγερση του Μάη

 του ΄68 τοποθετούνται στις απαρχές της εμφάνισης των «νέων κοινωνικών

 κινημάτων» (Σεφεριάδης, 2002,55 κ.ε).Tο ειρηνιστικό κίνημα, το

 αντιρατσιστικό κίνημα, το κίνημα των ανθρωπίνων  δικαιωμάτων, το κίνημα

 αλληλεγγύης στον Τρίτο Κόσμο, το αντιπυρηνικό και το περιβαλλοντικό

 ακολούθησαν τις νεανικές εξεγέρσεις της δεκαετίας του '60.



   2.Η ανάδυση του σύγχρονου  οικολογικού κινήματος

Ενώ  θα ήταν διακινδυνευμένο να ορίσουμε συγκεκριμένα την εμφάνιση του σύγχρονου οικολογικού κινήματος, οι απαρχές του χρονολογούνται στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και στις αρχές του 1960.Από τα τέλη της δεκαετίας

 του '50 η  επερχόμενη  οικολογική κρίση, της οποίας τα σημάδια ήταν ήδη φανερά (καταστροφή  βιότοπων, εξαφάνιση ειδών, ρύπανση, υπερπληθυσμός, κ.α) (Δρακάκη, 1999,283 κ.ε), έστρεψε σημαντική μερίδα επιστημόνων στην καταγγελία της ανάπτυξης και στην προειδοποίηση ότι ο πλανήτης συνολικά πρόκειται να αντιμετωπίσει κρίση βιωσιμότητας (Παπαιωάννου, 1999 , 12).

      Η Rachel Carson, βιολόγος από τις ΗΠΑ, στο περίφημο βιβλίο της «Σιωπηλή Άνοιξη» (Carson, 1981), το οποίο επρόκειτο να ασκήσει μεγάλη επιρροή, περιέγραφε τις καταστροφές στο περιβάλλον από την χρήση εντομοκτόνων, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση μια οικολογικής συνείδησης (Καστοριάδης, 1993,97).Παράλληλα, ομάδες πίεσης, όπως η Λέσχη της Ρώμης (Club of Rome), αποτελούμενη από τεχνοκράτες και πολιτικούς,προειδοποίησε έγκαιρα (με την έκδοση της μελέτης «Τα όρια της ανάπτυξης», 1972) ότι η υλική ανάπτυξη  έχει όρια, η δε υλική παραγωγή πρέπει να συγκρατηθεί, η διάρκεια ζωής των προϊόντων να αυξηθεί, να εξοικονομηθεί ενέργεια και να ανακυκλωθούν τα απόβλητα.

Ορόσημο στην ιστορία του σύγχρονου περιβαλλοντικού κινήματος αποτελεί η

 ανακήρυξη στις ΗΠΑ της 22ας Απριλίου ως «Ημέρα της Γης» (1970), με

 πρωτοβουλία της  ομάδας «Περιβαλλοντική δράση», που σηματοδοτεί μια νέα

 στάση απέναντι στην ανάπτυξη και το περιβάλλον.

      Το σύγχρονο περιβαλλοντικό κίνημα προκύπτει ως προϊόν της ολοένα

 πιο ευρείας δημοσιοποίησης-και μέσω των ΜΜΕ- της κρισιμότητας των

 περιβαλλοντικών προβλημάτων, της ανάπτυξης της οικολογικής επιστήμης,

αλλά και του γενικότερου αμφισβητησιακού κοινωνικού πλαισίου,  το οποίο

 διαμορφωνόταν στα τέλη του ΄60. Οι οικολογικές ιδέες βρήκαν γόνιμο

 έδαφος σε ευρύτατα μικρομεσαία κοινωνικά στρώματα των δυτικών κοινωνιών,

το περιβάλλον  και η ποιότητα ζωής των οποίων είχε υποβαθμιστεί

 δραματικά (Cotrgove,1980,333-351).Τα μέλη αυτών των κοινωνικών στρωμάτων

 ασπάζονται μετα-υλιστικές  αξίες και αποτελούν ένα δεκτικό κοινό για

 διεκδικήσεις σε περιβαλλοντικά ζητήματα (Yearley, 2003,197).

      Αλληλοδραστικά, το περιβαλλοντικό κίνημα μπολιάζεται από το

 ευρύτερο και πολύμορφο κίνημα αμφισβήτησης, του οποίου αποτελεί μέρος

(Σκαναβή, 2004,58). Από τις διαμαρτυρίες του αντιπολεμικού κινήματος

 ενάντια στη χρήση χημικών όπλων στον πόλεμο του Βιετνάμ, ως την

 απομυθοποίηση της κοινωνίας της αφθονίας, τον αναχωρητισμό του χιπισμού

 και τις αντιπυρηνικές πορείες, το ρεύμα της κοινωνικής αμφισβήτησης

 τροφοδοτεί ποικιλοτρόπως την ανάπτυξη του περιβαλλοντικού

 κινήματος,(Φλογαίτη,1998, 95-99 και Παπαδημητρίου , 1998, 36-40).Τα

 ποικιλόμορφα κινήματα διαμαρτυρίας,  αποκάλυψαν μια αυξανόμενη

 ευαισθησία απέναντι σε δευτερεύουσες δυσλειτουργίες της καπιταλιστικής

 ανάπτυξης και μια ετοιμότητα να αντιδράσουν σε αυτές (Habermas 1987,

 30), στρέφοντας με θεαματικό τρόπο την προσοχή της κοινωνίας σ' αυτές

 τις νέες περιοχές δυνητικής σύγκρουσης.

      Αμφισβητώντας το κυρίαρχο πρότυπο παραγωγής και κατανάλωσης, το

 διαμορφούμενο περιβαλλοντικό κίνημα υιοθέτησε ένα σύνολο νέων αξιών, τις

 οποίες μοιράζονταν με τα επιμέρους κοινωνικά κινήματα σε μικρότερο ή

 μεγαλύτερο βαθμό, όπως η μη βία, η διεθνής αλληλεγγύη με τις χώρες του

 Τρίτου Κόσμου, η κριτική του υπερκαταναλωτισμού, η αμφισβήτηση της

 μονοδιάστατης  οικονομικής ανάπτυξης, η κριτική της «μεταβιομηχανικής

 κοινωνίας» (Touraine, 1974, 89),το πρόταγμα  της αυτονομίας της

 κοινωνίας (Καστοριάδης, 1981, 32), το όραμα μιας αντι-κοινωνίας, η

«επιθυμία για ζωή» (Kohn Bendit, 1989, 11).

      Το περιβαλλοντικό κίνημα ευνοήθηκε από το «πρασίνισμα» άλλων

 κινημάτων αλλά και από την ανάπτυξη του αντιπυρηνικού κινήματος. Η

 αντιπυρηνική συμμαχία έφερε σε επαφή ετερόκλητα στοιχεία (ντόπιους

 κατοίκους, οικολόγους, αντιμιλιταριστές, φυσιολάτρες κ.α) (Rudig, 1986,

 378-380), τα οποία εναντιώνονταν στην εφαρμογή προγραμμάτων πυρηνικής

 ενέργειας από τις δυτικές κυβερνήσεις, μετά την κατακόρυφη αύξηση της

 τιμής του πετρελαίου στις αρχές της δεκαετίας του ΄70 (Lowe και Flynn,

 1989, 273).    Η εμπειρία ενός τμήματος του πληθυσμού σε οικολογικές

 διαμαρτυρίες ενθάρρυνε την υιοθέτηση  ενός «πράσινου» πολιτικού

 πλαισίου και τροφοδότησε άμεσα την ανάπτυξη  Πράσινων κομμάτων.



3. Από τον ακτιβισμό στην πολιτική

     Στα τέλη της δεκαετίας του ΄60 και στις αρχές του ΄70 τα

 περιβαλλοντικά ζητήματα ιεραρχήθηκαν ψηλά στις δημόσιες προτεραιότητες,

ωστόσο οι κυβερνήσεις και τα παραδοσιακά κόμματα των μεταβιομηχανικών

 δυτικών κοινωνιών αρνήθηκαν να ενσωματώσουν την περιβαλλοντική διάσταση

 στην πολιτική και στο πρόγραμμά τους. Παράλληλα, η αμφισβήτηση της

 παραδοσιακής θεσμικής πολιτικής εκ μέρους των νέων κοινωνικών κινημάτων,

του περιβαλλοντικού συμπεριλαμβανομένου, είχε ως αποτέλεσμα την ορμητική

 είσοδο στην πολιτική σκηνή ενός εναλλακτικού πολιτικού κινήματος, το

 οποίο  εμφορείτο από ριζοσπαστικά ιδανικά και πρότυπα κοινωνικής

 συμπεριφοράς και έθετε επιτακτικά το αίτημα του κοινωνικού

 μετασχηματισμού σε οικολογική κατεύθυνση (Benton, 1993, 165).

      Τα πρώτα πράσινα  κόμματα ιδρύονται στη Νέα Ζηλανδία [1972, Values

 Party (Κόμμα αξιών)], στη Μ. Βρετανία [1973, The People ( Ο λαός)], το

 οποίο μετονομάστηκε σε Green Party το 1985. Πέντε χρόνια νωρίτερα

 ιδρύεται στη Γερμανία το κόμμα των Πράσινων (Die Grunen) (Spretnak,

 1986, 259-295) και το 1983 εισέρχεται στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο. Υπό

 την στέγη των γερμανών Πράσινων συναντήθηκαν πρώην ριζοσπάστες φοιτητές

 του ΄60, στοιχεία της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, τοπικές

 πρωτοβουλίες πολιτών και νέα κοινωνικά κινήματα, ενσωματώνοντας

 φιλελεύθερα ακόμα και συντηρητικά στοιχεία. (Φωτόπουλος, 1998 και Boggs

 1993, 127).

Οι γερμανοί Πράσινοι στο πολιτικό τους πρόγραμμα  συνέδεσαν την

 οικολογική ανάπτυξη με ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης, δικαιωμάτων των

 γυναικών, περιφερειακής και τοπικής αυτονομίας, ειρήνης και

 ριζοσπαστικής δημοκρατίας (Biehl, 1993,177-196 και Saward,

 1995,439).Ωστόσο, η μετάβαση από το κίνημα στο κόμμα δεν υπήρξε ανέφελη.

Στο εσωτερικό των γερμανών Πρασίνων, αλλά και στους κόλπους άλλων

 πράσινων ευρωπαϊκών κομμάτων, αναδείχτηκαν και αντιπαρατέθηκαν σκληρά

 δύο ιδεολογικές τάσεις/ρεύματα: οι ρεαλιστές (realos) και οι

 ριζοσπάστες/φονταμενταλιστές (fundis) (Ditfurth, 1992, 313-352 και

Urwin, 1990, 152-157).

      Η ιδεολογική και οργανωτική αντιπαράθεση εντός των πράσινων

 κομματικών σχηματισμών επικεντρώνεται στη σχέση κόμματος-κινήματος, στην

 πολιτική συμμαχιών, στην κομματική δομή (Hulsberg, 1998, 126), στις

 προγραμματικές αρχές (Samuel, 1985, Μοδινός, 1989 και Doherty, 1992,

 95-120), στη σχέση άμεσης και αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας (Richardson,

 1995, 33), στον κίνδυνο αφομοίωσης/καθεστωτοποίησης του

 κόμματος/κινήματος (Eder, 1996, 203-223).

      Παρά τις αντιφάσεις και τα εσωτερικά τους προβλήματα, οι πράσινοι

 κομματικοί σχηματισμοί λειτουργούν σε περισσότερες από 30 χώρες, έχουν

 καταγράψει αρκετές εκλογικές επιτυχίες, έχουν αναδειχθεί σε

 κυβερνητικούς εταίρους, ανανέωσαν το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα,

έθεσαν και διατηρούν στην πολιτική ατζέντα τα περιβαλλοντικά ζητήματα,

ενώ ιδιαίτερη απήχηση έχει και η δράση  των περιβαλλοντικών μη

 κυβερνητικών οργανώσεων (Johnson,1996, 224-245).

      Σε αντίθεση  με την πολιτικοποίηση του ευρωπαϊκού περιβαλλοντικού

 κινήματος, στις Ηνωμένες Πολιτείες το περιβαλλοντικό κίνημα είναι κατά

 βάση μη πολιτικό  (Hawkins, 1993,212-215), τα πράσινα κόμματα είναι στην

 ουσία  ανύπαρκτα, ενώ δεν υφίσταται υπουργείο Περιβάλλοντος. Οι

 περιβαλλοντικές κινήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν την

 περιβαλλοντική κρίση ως πρόκληση για καλύτερη διαχείριση, δεν ασκούν

 κριτική στο υφιστάμενο    κοινωνικό σύστημα και προτιμούν να λειτουργούν

 ως ομάδες πίεσης μέσω -κυρίως-των παρεμβάσεων στο πλαίσιο του νομικού

 συστήματος (Miller, 1999, 415-419).

      Στην Ανατολική Ευρώπη  η κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού

 σοσιαλισμού έφερε στην επιφάνεια ένα περιβαλλοντικό κίνημα, το οποίο

 κλήθηκε να αντιμετωπίσει τα οξυμένα προβλήματα της περιβαλλοντικής

 υποβάθμισης και εκμετάλλευσης, ακολουθώντας την πορεία εξέλιξης των

 αντίστοιχων δυτικοευρωπαϊκών κινημάτων:η δημιουργία πράσινων κομμάτων

 στις χώρες αυτές έδωσε σύντομα τη θέση της σε μεταρρυθμιστικά/συμβατικά

 κόμματα (Rootes,2000, 335-342).

      Στις χώρες του Τρίτου Κόσμου το ενδιαφέρον για το περιβάλλον

 επισκιάζεται από την φτώχεια, τις ασθένειες, τον υπερπληθυσμό, τις

 τραγικές ελλείψεις στους τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας. Ωστόσο,

τα τελευταία χρόνια το περιβαλλοντικό κίνημα ισχυροποιείται στο Νότο,

μαχόμενο την περιβαλλοντική υποβάθμιση, την αποδάσωση, την εξαφάνιση των

 ειδών και την συρρίκνωση των τοπικών πολιτισμών. (Yearly, 1997,

 163-166).



4. Το ελληνικό οικολογικό κίνημα

     Στην Ελλάδα  το περιβαλλοντικό κίνημα έχει ισχνή παρουσία τόσο σε

 κοινωνικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο πολιτικής εκπροσώπησης. Σε

 αντίθεση με τα ανεπτυγμένα βιομηχανικά κράτη (Γερμανία, Μ. Βρετανία,

Γαλλία, Βέλγιο, Σουηδία, Ολλανδία), όπου ευδοκίμησαν πράσινα κινήματα

 και κόμματα  ως κριτικά διακείμενα στο βιομηχανικό πολιτισμό,  σε χώρες

 της ημι-περιφέρειας, όπως η Ελλάδα, το ομόλογο  κίνημα δεν αναπτύχθηκε

 ως διακριτό και αυτόνομο πολιτικό ρεύμα και ο βαθμός διείσδυσής του στο

 κοινωνικό σώμα παρέμεινε χαμηλός.

      Ο Ν. Μουζέλης (1999) υποστηρίζει ότι το περιβαλλοντικό κίνημα στη

 χώρα μας  φυτοζωεί και παίζει μάλλον περιθωριακό ρόλο στην

 εκσυγχρονιστική διαδικασία , λόγω του ότι η αδύνατη κοινωνία  των

 πολιτών δεν ευνοεί την μαζική ανάπτυξη νέων κοινωνικών κινημάτων.     Η

 περιβαλλοντική προβληματική εισήχθη με μεγάλη καθυστέρηση στο δημόσιο

 διάλογο στη χώρα μας (Λουλούδης, 1986,7), λόγω ειδικών ιστορικών

 συνθηκών: η επιβολή της δικτατορίας (1967-1974) έθεσε σε πρώτη

 προτεραιότητα  τον αντιδικτατορικό αγώνα, ενώ το  κυρίαρχο αίτημα της

 μεταπολίτευσης υπήρξε η σταθεροποίηση του δημοκρατικού πολιτεύματος, με

 αποτέλεσμα το περιβαλλοντικό ζήτημα να παραμείνει για μεγάλο χρονικό

 διάστημα στο περιθώριο του ενδιαφέροντος της ελληνικής κοινωνίας. Ο Η.

Κατσούλης (1985) εντοπίζει ως κύριο αίτιο της καχεκτικής  ανάπτυξης του

 ελληνικού περιβαλλοντικού κινήματος το μεταπρατικό χαρακτήρα των μεσαίων

 στρωμάτων και την αδυναμία τους να αναπτύξουν μετα-υλιστικές αξίες, όπως

 συνέβη στην Δυτική Ευρώπη, όπου αποτέλεσαν την κύρια δεξαμενή άντλησης

 υποστήριξης των πράσινων κομμάτων /κινημάτων. Είναι επίσης κοινά

 αποδεκτό ότι η περιβαλλοντική κρίση στην Ελλάδα δεν υπήρξε έντονη, ενώ

 εξέλιπαν οι λόγοι άμεσης κινητοποίησης, εξαιτίας έκτακτων περιστατικών

(π.χ εκδήλωση βιομηχανικού ατυχήματος μεγάλης κλίμακας, λειτουργία

 πυρηνικού εργοστασίου).

      Το ελληνικό περιβαλλοντικό κίνημα ξεκινά την δεκαετία του ΄70 τις

 παρεμβάσεις του σε τοπική /περιφερειακή κλίμακα , δίνοντας έμφαση στην

 καταγγελία, διαπνεόμενο από πνεύμα περιβαλλοντισμού και όχι πολιτικής

 οικολογίας (Δεμερτζής, 1993).Η κινητοποίηση των πολιτών ενάντια στην

 κατασκευή αεροδρομίου στα Μέγαρα (1973) θεωρείται ως η πρώτη οικολογική

 κινητοποίηση στη χώρα μας. Ακολούθησε η κινητοποίηση των κατοίκων της

 Πύλου (1975), λόγω της εκτεταμένης διαρροής πετρελαίου από διερχόμενο

 πλοίο και της Καρύστου (1977-79), ενάντια στην εγκατάσταση πυρηνικού

 εργοστασίου. Σύμφωνα με τον Γ. Σχίζα, το ελληνικό περιβαλλοντικό κίνημα

 την περίοδο 1974-1981 δίνει προτεραιότητα στα ζητήματα της βιομηχανίας,

ενώ την περίοδο 1981-89 διευρύνεται η οικολογική δράση και

 αναδεικνύονται υπερτοπικά ζητήματα (πυρηνική ενέργεια, όξινη βροχή,

τροπικά δάση κ.α) (Σχίζας, 1993).

      Τη δεκαετία του ΄80 το ελληνικό περιβαλλοντικό κίνημα

 πολιτικοποιείται, χωρίς ωστόσο να συγκροτείται επιτυχώς ο χώρος της

 πολιτικής οικολογίας. Η συγκρότηση του κόμματος των

 Οικολόγων-Εναλλακτικών και η είσοδός του στο κοινοβούλιο το 1989,

συγκεντρώνοντας ποσοστό 0,58% δεν είχε συνέχεια. Διαλύθηκε τρία χρόνια

 αργότερα, αφήνοντας, ωστόσο, το ανανεωτικό στίγμα του στην ελληνική

 πολιτική σκηνή.(Σακιώτης, 2005).Έπεται, το 1997, προσπάθεια ανασύνταξης

 του χώρου της πολιτικής οικολογίας με την ίδρυση της Πράσινης Πολιτικής,

η οποία δεν τελεσφόρησε. Από το 1998 επιχειρείται η σύγκλιση του

«κόκκινου» με το «πράσινο», μέσω της συνεργασίας οικολογικών στελεχών με

 δυνάμεις-κυρίως- της ανανεωτικής αριστεράς τόσο στις δημοτικές/

νομαρχιακές, όσο και στις εθνικές εκλογές, ενώ διακεκριμένα στελέχη του

 οικολογικού χώρου καταλαμβάνουν κρατικές θέσεις (Μπίτσικα, 2000 και

 Δωροβίνης, 2002).

      Κατά κοινή διαπίστωση, το ελληνικό περιβαλλοντικό κίνημα, που έκανε

 δυναμική εμφάνιση τη δεκαετία του ΄80, διέρχεται σήμερα μια κρίση

 προσανατολισμού. Οι απόπειρες συγκρότησης κινήματος πολιτικής οικολογίας

 στη χώρα μας απέτυχαν. Τα στελέχη του οικολογικού χώρου διασκορπίστηκαν

 και επαγγελματοποιήθηκαν (Παπασπηλιόπουλος, 2002).

Ωστόσο είναι βέβαιο ότι η πορεία του περιβαλλοντικού κινήματος στη χώρα

 μας συντέλεσε στην αφύπνιση της κοινής γνώμης, όσον αφορά σε

 περιβαλλοντικά ζητήματα, ενώ τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα έχουν

 συμπεριλάβει-έστω και θεωρητικά-  στα προγράμματα τους την οικολογική

 συνιστώσα (Σπανού,2004,160).

      Παρά το γεγονός ότι το ελληνικό περιβαλλοντικό κίνημα παρέμεινε

 άμορφο και ισχνό και δεν απέκτησε ισχυρή κοινωνική βάση, κατάφερε να

 αναδείξει  με επιτυχία τα οικολογικά ζητήματα, να κερδίσει Παναπάντεχα-

μάχες (π.χ η αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος) και να καθιερωθεί

 ως «συλλογικός διανοούμενος» (Μοδινός, 1996,184) συνεισφέροντας στο

 δημόσιο διάλογο, μέσω της ανάδειξης της οικολογικής συνιστώσας της

 ανάπτυξης.



ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ



 Δεμερτζής Ν. (1993),Το πράσινο κίνημα και το πράσινο κόμμα στην Ελλάδα, Διαβάζω, τ.318

Δρακάκη Λ., Παπαιωάννου Δ. (1999),Περιβαλλοντική ιστορία και πολιτική, Πάντειο Πανεπιστήμιο

 Δωροβίνης Β.(2002), Ευαισθησίες για την οικολογία στην Ελλάδα, Η ΑΥΓΗ, 26 /7/ 2002

  Καστοριάδης Κ., Κον Μπεντίτ Ντ. (1981),Από την οικολογία στην αυτονομία, Κέδρος

 Καστοριάδης Κ. (1993), Η παγκόσμια ανισορροπία  και η επαναστατική δύναμη της οικολογίας (Συνέντευξη),Κοινωνία και φύση, τ.5

Κατσούλης Η.(1995), Η κρίση της ελληνικής κοινωνίας, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 30/7 και 1/8/1995

  Κούση Μ. (2004), Μια κοινωνιολογική θεώρηση των περιβαλλοντικών προβλημάτων στην Ελλάδα ( Στο «Η περιβαλλοντική πολιτική στην Ελλάδα», Σκούρτος Μ., Σοφούλης Κ. (επιμ.)   Τυπωθήτω)

Λουλούδης Λ.(1986),Πολιτοικολογίες, Στοχαστής

 Μοδινός Μ. (1989), Τα διλήμματα του εναλλακτικού χώρου,Νέα Οικολογία, τ.25

Μοδινός Μ. (1996), Η αρχαιολογία της ανάπτυξης, ΠανεπιστημιακέςΕκδόσεις Κρήτης

 Μουζέλης Ν. (1999),Εκσυγχρονισμός και κοινωνία των πολιτών,ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. 21/3/1999

Μπίτσικα Π. (2002), Οι πράσινοι είναιΙστο σπίτι για δουλειές, Το  ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, 29 /10/ 2000

Παπαδημητρίου Β. (1998),Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και    Σχολείο, Τυπωθήτω

 Παπαιωάννου Δ. (1999),Εισαγωγή στην επιστήμη του περιβάλλοντος, Πάντειο Πανεπιστήμιο

 Παπασπηλιόπουλος Σπ. (2002), Οικολογική κρίση και κρίση του οικολογικού κινήματος, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 25 /1/2002

Σακιώτης Γ. (2005),Πολιτική ιδεολογία, περιβαλλοντικό κίνημα και οικολογικό κίνημα (Υπό εκπόνηση διδακτορική διατριβή)

Σεφεριάδης Σ. (2002), Συγκρουσιακή πολιτική, συλλογική δράση, κοινωνικά κινήματα, Πάντειο Πανεπιστήμιο(Πανεπιστημιακές σημειώσεις)

Σιούτη Γ. (1998), Βιώσιμη Ανάπτυξη και Προστασία του Περιβάλλοντος,(Στο:Η περιβαλλοντική πολιτική στην Ελλάδα, Σκούρτος Μ. Σοφούλης Κ. (επιμ.)

Σκαναβή Κ. (2004), Περιβάλλον και Κοινωνία: Μια σχέση σε αδιάκοπη εξέλιξη, Καλειδοσκόπιο

 Σπανού Κ. (1998), Δημόσια Διοίκηση και Περιβάλλον,(Στο: Η περιβαλλοντική Πολιτική στην Ελλάδα, Σκούρτος Μ.Σ, Σοφούλης Κ.Μ επιμ.) Τυπωθήτω

 Σχίζας Γ. (1993),Συμβολή στην ιστορία του ελληνικού οικολογικού κινήματος, Οικοτοπία, τ.23

Φλογαίτη Ε. (1998), Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, Ελληνικά Γράμματα

 Φωτόπουλος Τ. (1998), Άνοδος και πτώση του οικολογικού κινήματος   ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ,10 /10/1998





ΞΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ



Benton T. (1993), Green movement (λήμμα στο: Outhwaite  W.

 Bottomore T. (επιμ) The Blackwell dictionary of social thought, Blackwell

 Berstein B. Milza P (1997), Ιστορία της Ευρώπης, τ.3, Αλεξάνδρεια

Biehl J. (1993), Η αφομοίωση των ευρωπαίων Πράσινων: από κινήματα σε κοινοβουλευτικά κόμματα, Κοινωνία και φύση, τ.3

  Boggs C. (1993),Νέα παγκόσμια τάξη και κοινωνικά κινήματα, περ. Κοινωνία και φύση, τ.5

  Buhle P. (1996), New Left (λήμμα στο: Buhle P. Buhle M., Georgakas  P. (επιμ), Encyclopαedeιa of  the American Left, University of Illinois

 Carson R. (1981), Σιωπηλή άνοιξη, Κάκτος

Cohn-Bendit D. (1998),Την αγαπήσαμε τόσο την επανάσταση, Αλεξάνδρεια

 Cotrgove S. Duff A. (1980), Environmentalism, middle class,  radicalism and politics, Sociological Review, τ. 28

   Ditfurth J. (1992), Ζήσε άγρια και επικίνδυνα, Προοπτικές μιας ριζοσπαστικής οικολογίας, Στάχυ

Doherty Br. (1992), The fundi-realo controversy: an analysis of four European parties, Environmental Politics, τ.1

 Eder K. (1996), The institutionalization of environmentalism(στο: Lash S. SrerszynkiB.,K. Nynne B. (επιμ) Risk, environment and Modernity, SAGE)

 Habermas J. (1997), Αυτονομία και αλληλεγγύη, Ύψιλον

Hawkins H. (1993), Οι Πράσινοι στη Βόρειο Αμερική, Κοινωνία και φύση, τ.3

 Hulsberg W. (1998), The German Greens, Verso

 Johnson A. (1996), The shaping of the global environmental agenda: the role of non-governmental organizations (στο:Lash S., Szerszynsky B, (επιμ) Risk, environment and modernity, SAGE)

 Lowe P.,Flynn A. (1989), Environmental politics and policy in the  1980's(επιμ)(στο:Morgan J.  (επιμ), The political geography of contemporary Britain, Macmillan)

 Miller T.G. Jr (1999),Βιώνοντας στο περιβάλλον ΙΙ, Προβλήματα περιβαλλοντικών συστημάτων, ΙΩΝ

Richardson D. Rootes Ch. (επιμ) (1995), The green challenge- The development of green parties in Europe, Routledge

 Rootes A. Chr. (2000), Environmental movements and green parties in western and eastern Europe (στο:Rediklift M.Moodgate Gr. (επιμ)The international  hand-book of environmental sociology,Etgar

 Rudig W. (1986), Nuclear power: international and comparison of public protest in the USA, Great Britain, France and West Germany (στο: Williams R., Mills S. (επιμ), Public acceptance of new technologies, Croom Helm

 Samuel L. (1985),Σύγχρονα ρεύματα στην πολιτική οικολογία, Νέα Οικολογία, τ.12

 Saward M.(1995), Environmentalism (λήμμα στο: Lipset S.(επιμ),

The encyclopaedeia of democracy, Routledge

 Spretnak Ch., Capra Fr. (1986), Η πράσινη πολιτική, Ωρόρα

Touraine A. (1974),The post-industrial society, Wildwood  House,London

 Urwin D. (1990), Green politics in Western Europe, Social Studies Review,τ.4

 Yearley St. (1997), Social movements and environmental change (στο: Redclift M.,Benton T.(επιμ)Social theory and the globalenvironments,    Routledge)

 Yeαrly St. (2003), Περιβαλλοντικές προκλήσεις, (Στο:Hull St.,Held

 Mc. Crew A. Η νεωτερικότητα  σήμερα )Σαββάλας 2003


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.